Search
Close this search box.

Ο Γιώργος Παπαγεωργίου μας συστήνει τον “Αρίστο” του

Ο Γιώργος Παπαγεωργίου μας ταξιδεύει στη Θεσσαλονίκη του ’60…

Ο Γιώργος Παπαγεωργίου δείχνει να αγαπάει τη σκηνή, είτε όταν την οργώνει για να τραγουδήσει το δημοφιλές “Όλα αρχίζουν”, είτε όταν βρίσκεται πίσω αυτής, προκειμένου να καθοδηγήσει τους ηθοποιούς του: πέραν των εμφανίσεών του με τους  Polkar, ο δραστήριος καλλιτέχνης φέτος σκηνοθετεί τον “Αρίστο”, μια παράσταση βασισμένη στο μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη “Ο γύρος του θανάτου”, με πρωταγωνιστές την Ελένη Ουζουνίδου, το Μιχάλη Οικονόμου καθώς και το Γιώργο Χριστοδούλου. Με αφορμή τη σκηνοθετική του επιμέλεια πάνω σ’ ένα θέμα που δίχασε-την καταδίκη του Δράκου του Σέιχ-Σου- ο Γιώργος Παπαγεωργίου μίλησε στη lavart για την υπόθεση του Αριστείδη Παγκρατίδη, για τη δουλειά του ως σκηνοθέτης αλλά και για τον ίδιο τον άνθρωπο, Γιώργο Παπαγεωργίου.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Σκηνοθετείτε τον «Αρίστο», έργο βασισμένο στον «Γύρο του θανάτου» του Θωμά Κοροβίνη. Κατά πόσο η σκηνοθεσία σας ευθυγραμμίζεται με την οπτική που προσφέρεται στο βιβλίο;

Γιώργος Παπαγεωργίου –  Η σκηνοθεσία στον “Αρίστο” έχει ουσιαστικά σαν στόχο να προσεγγίσει τον ανθρωποκεντρικό άξονα που προτείνει ο Θωμάς στο βιβλίο του και ταυτόχρονα να χρησιμοποιήσει αρχειακό υλικό, το οποίο περιλαμβάνει ντοκουμέντα από την εποχή της υπόθεσης, υλικό από τη δικογραφία, αποσπάσματα από τις εφημερίδες της εποχής έτσι ώστε τελικά να συνθέσει στ’αλήθεια μια παράσταση η οποία “πατάει” με το ένα πόδι στο βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη και στις εξαιρετικές αφηγήσεις του και με το άλλο στο θέατρο-ντοκουμέντο. Όλο αυτό βέβαια αγκαλιάζει την υπόθεση του Αριστείδη Παγκρατίδη και του Δράκου του Σέιχ- Σου καθώς και όλη την εποχή-η οποία σκιαγραφείται ανάγλυφα μέσα από τους χαρακτήρες, μεταφέροντας παράλληλα το θεατή στις αλάνες και στα υπόγεια της Θεσσαλονίκης του ’60.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Για τις ανάγκες της παράστασης συνεργαστήκατε, όπως είναι γνωστό, με εγκληματολόγο. Πώς χρησιμοποιήσατε πρακτικά τις παρατηρήσεις της;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Κοιτάξτε, η εγκληματολόγος ήρθε ουσιαστικά σε μια πρόβα γιατί ήθελα να αποφύγω να καταστήσω την παράσταση “διδακτική”. Σκοπός μου δηλαδή ήταν να διατηρήσω μια ισορροπία όσον αφορά τη δικαστική διαδρομή αυτής της ιστορίας, ενώ ταυτόχρονα θα ήμουν σίγουρος ότι δεν κάνω διδακτισμό ή λαϊκισμό. Και βέβαια και η ίδια η εγκληματολόγος με διαβεβαίωσε ότι δεν διατρέχω τέτοιο κίνδυνο. Οπότε εγώ βεβαιώθηκα ότι έχουμε ετοιμάσει ένα υλικό το οποίο έχουμε διαχειριστεί σωστά όσον αφορά τη δικαστική αρχή αλλά και το τι έλεγε ο κόσμος. Γιατί είναι μια παράσταση που ακολουθεί τη λαϊκή γνώμη και όχι τη σκοπιά της δικαστικής αρχής. Φυσικά, υπάρχει και η αντίθετη γνώμη, η οποία εκφράζεται μέσα από έναν αστό της παραλίας που μιλάει πρωτευουσιάνικα, όπως ακριβώς συμβαίνει και στο βιβλίο του Θωμά.Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Έχουν ακουστεί πολλά αναφορικά με τις ευθύνες οι οποίες δημιούργησαν το Δράκο του Σέιχ-Σου. Έχετε προσωπική άποψη;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Βεβαίως και έχω, ωστόσο ως δημιουργός της δουλειάς δεν είναι σωστό να αρχίσω να διατυμπανίζω τη θέση μου αναφορικά με την υπόθεση. Νομίζω ότι η όποια θέση διακρίνεται μέσα από το έργο.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Διατρέχει ένας σκηνοθέτης τον κίνδυνο να «ηρωοποιήσει» έναν εγκληματία, όταν επιλέγει να παρουσιάσει τη ζωή του ως θεατρικό έργο;

Γιώργος Παπαγεωργίου –  Εγώ δε θέλω να κάνω ήρωα τον Παγκρατίδη, γιατί ακριβώς ήταν εγκληματίας. Παρόλα αυτά τίθεται ένα μεγάλο ερώτημα για το εάν ήταν ο Δράκος του Σέιχ-Σου: γιατί είναι άλλο πράγμα ένας εγκληματίας που κάνει μικροκλοπές, καπνίζει χασίς ή είναι αρσενική πόρνη-δίνει δηλαδή το σώμα του σε άντρες- και άλλο πράγμα το να κατηγορείται κανείς ως νεκρόφιλος ή ότι έχει βιάσει και σκοτώσει νεαρά ζευγάρια και τελικά να εκτελείται κιόλας. Εγώ αυτό που κάνω στην παράσταση είναι να σκιαγραφώ έναν ρέμπελο, έναν απόκληρο της κοινωνίας, θέτοντας παράλληλα το ερώτημα “εκτελέστηκε άδικα ένα παιδί 28 χρονών ή όχι;”.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Δίνεται όμως απάντηση στην παράσταση ή επαφίεται στο θεατή να συνάξει το δικό του συμπέρασμα;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Επαφίεται στο θεατή αλλά εγώ δίνω μια απάντηση με βάση τα ντοκουμέντα που έχω. Γιατί μιλάμε για μια δίκη στην οποία τα περιθώρια αμφιβολίας είναι πολύ μικρά- παρόλα αυτά εγώ τα συμπεριλαμβάνω και αυτά. Άλλωστε, μιλάμε για μια υπόθεση στην οποία το παρακράτος της Θεσσαλονίκης του ’60 θεώρησε ότι μπορεί να τελειώνει- γιατί πολύ απλά, ποιος θα ασχοληθεί με έναν αλητάκο που πήγαινε με άντρες και ήταν χασικλής; Και τελικά, μετά από 60 χρόνια ο κόσμος πηγαίνει στα θέατρα και ψάχνει για αυτόν τον άνθρωπο. Και μάλιστα μπαίνει στη διαδικασία να ψάξει ποιο ήταν το πραγματικό πρόσωπο, να κάνει μια έρευνα για τη ζωή του, κάτι που για μένα είναι το πιο σημαντικό, γιατί και εγώ διαβάζοντας το βιβλίο ενεπλάκην προσωπικά.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα σε μουσικό ή άνθρωπο του θεάτρου τι θα επιλέγατε;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Αν έπρεπε να βάλω μια ταμπέλα πάνω μου, αυτή η ταμπέλα θα ήταν “θεατρίνος”, γιατί περιλαμβάνει το θέατρο, τη μουσική σκηνή, όλη μου τη ζωή! Βέβαια, το κάθε ένα είναι διαφορετικό- για παράδειγμα αλλιώς λειτουργώ ως ηθοποιός από ό,τι όταν είμαι σκηνοθέτης. Από την άλλη, πρόκειται για μια τριπλέτα η οποία ορίζει τη ζωή μου περισσότερο σε σχέση ας πούμε με την προσωπική μου ζωή. (γελάει)Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Κρίνοντας από την εξωστρέφειά σας στον καλλιτεχνικό χώρο, θα λέγαμε ότι και ο ίδιος ο Γιώργος Παπαγεωργίου είναι εξωστρεφής και στην προσωπική του ζωή;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Όχι. Αλλά επειδή υπάρχει αυτή η διαφορά, εξισορροπείται κάπως η κατάσταση.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Ο Γιώργος Παπαγεωργίου κατά πόσο είναι ο πατέρας και κατά πόσο η μητέρα του;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Νομίζω έχω καταφέρει να μην πάρω τίποτα από κανέναν από τους δύο (γελάει). Κοιτάξτε, εξωτερικά μοιάζω τρομερά στο μπαμπά μου, και αντίστοιχα έχω πολλά χούγια της μάνας μου. Παρόλα αυτά, στην ηλικία που είμαι, μου είναι πολύ σαφές ότι έχω διαμορφώσει έναν καθαρά δικό μου τρόπο σκέψης.  Είναι κάτι που έχεις ανάγκη, για να αισθάνεσαι πιο ανεξάρτητος.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Αυτή η “διαφορετικότητα”  αναφορικά με τους γονείς σας χαρακτήριζε πάντα ή είναι πιο πρόσφατο απόκτημα;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Θα έλεγα ότι με χαρακτηρίζει τα τελευταία 5 χρόνια. Προσωπικά, δε θα γύριζα ποτέ στην ηλικία των 23-26. Με τίποτα. Ήταν χρόνια μεγάλης ανασφάλειας: τι θα κάνω με τη δουλειά μου/ με τα εσώψυχά μου κλπ. Υπήρχαν μεν τα λούσα και τα γούστα, ωστόσο αυτά υπάρχουν και τώρα! Είναι γενικότερα μια πολύ όμορφη περίοδος η τωρινή.

Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Έχει προκύψει ποτέ ως σκέψη στο μυαλό σας, ένας τρόπον τινά ανταγωνισμός με τη μητέρα σας δεδομένου ότι πρόκειται για μια καταξιωμένη ηθοποιό;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Όχι, ποτέ.Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) – Τελευταία αναφέρετε στις συνεντεύξεις σας ότι η πόλη της Θεσσαλονίκης –αν και γενέτειρα-σας απωθεί…

Γιώργος Παπαγεωργίου – Κοιτάξτε, έχω μια σχέση πάθους με την πόλη μας, ακριβώς επειδή είμαι Θεσσαλονικιός. Τη Θεσσαλονίκη την αγαπάω και την πονάω πάρα πολύ, πράγμα που σημαίνει πως όταν αγαπάς κάποιον, η σχέση -εάν δεν είναι βαλσαμωμένη- διέπεται από θετικά και αρνητικά συναισθήματα, από μίσος και αγάπη.  Φαντάσου όμως να αγαπιόμαστε non-stop για 25 χρόνια! Κάτι τέτοιο θα ήταν σαν να παίρνεις ναρκωτικά επί μονίμου βάσεως! Πιο συγκεκριμένα,θα σας το παρομοιάσω με μια ερωτική σχέση: είναι άλλο να είσαι 25 χρόνια με τον ίδιο άνθρωπο και να βλέπεις 25 χρόνια το ίδιο σώμα και μια μέρα να συνειδητοποιείς πως αυτό που κάποτε σε γοήτευε, δε σε γοητεύει πλέον- και φυσικά, είναι άλλο πράγμα να είσαστε εραστές. Το δεύτερο έχει άλλο παλμό, άλλη ένταση. Στο παρελθόν και ενώ είχα φύγει από τη Θεσσαλονίκη, επέστρεψα πριν από 10 περίπου χρόνια για την “Κατσαρίδα” στο Θέατρο Εγνατία και μετά για περίπου 5-6 χρόνια επέστρεφα κάθε τόσο. Ξέρετε, είτε για να περπατήσω στην παραλία είτε για να βγω στη Βαλαωρίτου, όταν ήταν στην αρχή της. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει και ενώ πχ η Βαλαωρίτου είχε μια αισθητική Α, κατέληξε να έχει μια αισθητική Ω. Πλέον υπάρχει ο διαχωρισμός ανάμεσα στα ελληνάδικα και στους πάνκηδες, ενώ παλιά υπήρχαν τα ροκάδικα, τα υπόγεια, τα φοιτητομάγαζα και σαφώς τα ελληνάδικα. Επίσης, κάποτε υπήρχε σημαντική καλλιτεχνική άνθιση στη Θεσσαλονίκη, ενώ ήταν και μια πόλη με ροκ χαρακτήρα. Βέβαια, η Θεσσαλονίκη έχει το καλό ότι πάντα αγκάλιαζε το διαφορετικό, είναι μια πόλη με έντονες αντιθέσεις: έχει βαθύ συντηρητισμό αλλά και βαθιά αλητεία. Ταυτόχρονα είχε μια πολυπολιτισμικότητα που απαρτιζόταν από Αρμένιους, Εβραίους, Τούρκους κλπ και εκεί οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό και το κάλλος της. Αυτό ήταν η Θεσσαλονίκη.Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart) –  Αυτήν την αλλοίωση δε τη συναντάτε στην Αθήνα;

Γιώργος Παπαγεωργίου – Όχι γιατί εκεί τα μεγέθη είναι άλλα. Στην Αθήνα, υπάρχει μια πολυφωνία. Για παράδειγμα με τους Polkar, έρχονται 300 άνθρωποι να μας δούνε σ’ ένα Σταυρό του Νότου, ο οποίος μας αγκαλιάζει. Και αν μιλήσουμε αντίστοιχα για τα θέατρα, στην Αθήνα υπάρχουν 1000 πρεμιέρες ετησίως, ενώ στη Θεσσαλονίκη δεν συναντώνται αυτά τα νούμερα. Υπάρχει δηλαδή το Κρατικό Θέατρο το οποίο καταβάλλει μια πολύ σοβαρή προσπάθεια-ειδικά τα τελευταία 3 χρόνια- αλλά τους υπόλοιπους προσωπικά τους θεωρώ αντάρτες. Υποκλίνομαι σε αυτούς τους ανθρώπους που το προσπαθούν και βρίσκονται εκτός Κρατικού.

Συνέντευξη: Μαριάνθη Τεντζεράκη (Lavart)

Φωτογραφίες: Γιώργος Χρυσοχοΐδης

 Ο “Αρίστος” έρχεται σπίτι… στη Θεσσαλονίκη για λίγες παραστάσεις στο Θέατρο Αθήναιον

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr