Search
Close this search box.

3 σκηνοθέτιδες, 3 ζητούμενα, 1 τριλογία

Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες στο Θέατρο Δάσους στις 26 και 27 Αυγούστου

Η μοναδική σωζόμενη αρχαία τριλογία, η Ορέστεια του Αισχύλου, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες παραστάσεις της φετινής χρονιάς, η οποία χειροκροτήθηκε από 10.000 θεατές στις 28 και 29 Ιουνίου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.

3 μέρες πριν την παράσταση στο Θέατρο Δάσους, οι 3 σκηνοθέτιδες, Ιώ Βουλγαράκη, Λίλλυ Μελεμέ και Γεωργία Μαυραγάνη, απαντούν στη Lavart σε 3 ερωτήσεις, αποκαλύπτοντας η κάθε μία την σχέση της με το κείμενο, το προσωπικό βλέμμα στον τραγικό οίκο των Ατρειδών, αλλά και το εγχείρημα της ενιαίας παράστασης της Ορέστειας.

Μελετώντας και προσεγγίζοντας τον Αισχύλο

Ιώ Βουλγαράκη

Ιώ Βουλγαράκη: Στην συνάντηση με το έργο αντιλήφθηκα, νομίζω, από πολύ νωρίς πως πρόκειται για ένα υλικό που μας ξεπερνάει όλους. Αυτό είναι ένα εσωτερικό αίσθημα που διατηρείται μέσα μου ακόμα. Η δε ένταση και η καθαρότητα του αισθήματος αυτού υπήρξαν πρωτόγνωρες για μένα. Ο Αισχύλος μας αφήνει παντού σημάδια, στους στίχους του κρύβονται μαργαριτάρια και καλείσαι ως δημιουργός όχι μόνο να τα βρεις αλλά και να δεις έπειτα πώς θα τα κρατήσεις στα χέρια σου. Με συγκινεί η Κλυταιμνήστρα, όσο λίγοι ρόλοι στο παγκόσμιο ρεπερτόριο. Κατά τη γνώμη μου ο ποιητής δημιούργησε ένα πλάσμα εξαιρετικά σύνθετο, που μέσα στο έργο ούτε ψεύδεται ούτε μηχανορραφεί, όπως από το σχολείο ακόμη θυμάμαι να μου μαθαίνουν. Αντιθέτως, νομίζω πως λέει πολλές αλήθειες μαζί και ακροβατεί πάνω τους με μια ενέργεια που θυμίζει θάρρος αλλά είναι στην πραγματικότητα το κεντρί του βαθύτατου πόνου. Η υποτίμηση που δέχεται επειδή είναι γυναίκα, η ακύρωσή της ταυτότητάς της ως μάνας από μια συνένοχη κοινωνία που σιωπά, αλλά και το δικαίωμα στην αυτοδικία είναι κεντρικά θέματα στη δική μας ανάγνωση κι είναι βέβαια τόσο σημερινά που τρομάζει κανείς.Λίλλυ Μελεμέ: Ο Αισχύλος είναι, αδιαμφισβήτητα, ένας σπουδαίος και ευφυής δραματουργός. Ένας θεατράνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης, ικανός για όλα. Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται τους μύθους του, αποκαλύπτει όχι μόνο το μέγεθος της ποιητικής του δεινότητας, αλλά και την εις βάθος γνώση της δραματικής τεχνικής και της σκηνικής πράξης. Αμιγώς πολιτικός στην σκέψη του, με έγνοια για τον άνθρωπο και την οδυνηρή διαδρομή που διανύει δια βίου, από την μέρα που γεννιέται ως το τέλος του, ο Αισχύλος κατορθώνει να συγκεράσει με τρόπο μοναδικό στα έργα του την Ιδέα και την Δράση. Ιδιαίτερα στην Ορέστεια, το τελειότερο ίσως από τα σωζόμενα έργα του, χρησιμοποιεί τον μύθο της κατάρας του Οίκου των Ατρειδών, για να αφηγηθεί, με τρόπο μοναδικό, την ίδια την τραγική ιστορία της ανθρώπινης φύσης που οφείλει να συγκρουστεί ανελέητα με το παρελθόν για να προχωρήσει στο μέλλον. Ο λυρισμός του συναντά την σκληρότητα και το χιούμορ, την μαγεία και τον ρεαλισμό, για να αποδώσει, με αίσθηση δραματικής πυκνότητας αλλά και σασπένς, την αιματηρή ιστορία των Ατρειδών ως διαμαρτυρία ενάντια στην άλογη βία και την τυφλή εκδικητικότητα. Ο Αισχύλος δεν ακολουθεί κανόνες και νόρμες. Πλήρως απενοχοποιημένος απο δραματουργικούς περιορισμούς, ενδιαφέρεται περισσότερο για την δράση και λιγότερο για τα ψυχολογικά πορτραίτα των ηρώων του. Στον Αισχύλο σημασία έχουν οι πολλοί – η Πόλις – κι όχι ο ένας, ο ήρωας.

Γεωργία Μαυραγάνη: Στο τρίτο μέρος της Ορέστειας, στις Ευμενίδες, ο Ποιητής μιλά για το νέο κόσμο της δικαιοσύνης και πώς αυτός θα μπορέσει να υπάρξει χωρίς το αίμα πια. Παρακολουθούμε την καταδίωξη του Ορέστη από τις Ερινύες και το αυστηρό και ατάραχο δίκαιο που εκείνες πρεσβεύουν, ενώ παράλληλα, βλέπουμε την αδυναμία των νέων θεών, που ο Απόλλωνας υποστηρίζει να βρουν μια αναίμακτη αλλά δίκαιη λύση για το νέο κόσμο. Τόσοι νεκροί που κρατούν από την αρχή αυτού του γένους ζητούν τον καθαρμό και τη θέση τους στην ιστορία .Κι έτσι θα έρθει η Αθηνά, που με καθαρό το νου, θα προτείνει την αθώωση και τον καθαρμό όλης της γενιάς του Ορέστη, μέσω της ψύχραιμης ψήφου της πόλης, που, όμως, ποτέ πια δεν πρέπει να παραγνωρίσει την αξία της αδέκαστης στάσης των Ερινυών. Δύσκολη και απαιτητική λύση, για την οποία η ανθρωπότητα ακόμη παλεύει, παλινδρομώντας πολλές φορές όπως φαίνεται.

Από το όραμα της σκέψης στην έμπνευση της παράστασης

Ιώ Βουλγαράκη: Η διαδικασία δημιουργίας μιας παράστασης είναι εμπειρία, βίωμα σωματικό και πνευματικό για το οποίο σχεδόν ποτέ δεν καταφέρνω να μιλήσω. Είναι πάντοτε μια προσπάθειά μου να δώσω συγκεκριμένη και ισχυρή μορφή σε κάτι που φαντάζομαι διαισθητικά. Πάντως στο συγκεκριμένο εγχείρημα διανύσαμε μια μεγαλύτερη από τις συνήθεις φάση αναγνώσεων προσπαθώντας κυριολεκτικά, σχεδόν παιδικά, να καταλάβουμε τι λέμε, γιατί συνειδητοποίησα πως έχουμε όλοι μας την τάση να νομίζουμε ότι κατανοήσαμε και να πηγαίνουμε παρακάτω. Ο Αισχύλος όμως συχνά δημιουργεί εικόνες με πάρα πολλές λεπτομέρειες, που εύκολα σου ξεφεύγουν. Άλλοτε πάλι είναι κρυπτικός κι έχει την αμφισημία των ονείρων, ιδίως στα χορικά. Με τον Θοδωρή Αμπαζή, τον συνθέτη μας και πολύτιμο συνεργάτη, λέμε συχνά πως τα χορικά μας είναι φτιαγμένα από ψυχικά υλικά και όχι από μουσικά. Δηλαδή αν η φόρμα τους δεν παιχθεί, αν δεν κατοικηθεί, αν δεν ανακαλύπτεται κάθε φορά από τους ηθοποιούς εκ νέου με αθωότητα, τότε όχι μόνο δεν έχει καμία απολύτως υπόσταση, αλλά είναι έως και ισοπεδωτική για την υπόλοιπη παράσταση. Αυτός είναι ένας δρόμος προς τη χορικότητα που έχει τεράστιο ρίσκο -παρόλο που ο θεατής δεν αντιλαμβάνεται το ρίσκο αυτό και βεβαίως δεν χρειάζεται να το αντιλαμβάνεται- και είναι ο μοναδικός που με αφορά.

Λίλλυ Μελεμέ

Λίλλυ Μελεμέ: Ο Αισχύλος στην Ορέστεια, κάνει έκκληση στην πληγωμένη Πόλιν. Συνθέτει αριστουργηματικά το μύθο, ώστε να λύσει την κατάρα και να βάλει ένα τέλος στην ατέρμονη αλυσίδα της αιματοχυσίας και της τυφλής βίας. Η σκέψη του είναι καθαρά πολιτική και εστιάζει στον άνθρωπο. Ξεκινώντας από την ύβρη και με όχημα αυτή τη βαθιά σύγκρουση ενστίκτων και φύλων, θεών και ανθρώπων, προτάσσει την ανάγκη της εξέλιξης και της μετάβασης από την κοινωνία της αυτοδικίας, σε έναν πολιτικό οργανισμό έννομης τάξης. Οι Χοηφόροι, το δεύτερο κομμάτι της Αισχύλειας Ορέστειας, σηματοδοτούν την ώρα της πράξης. Είναι η απόλυτη στιγμή του Τώρα. Τόσο οι ρόλοι, όσο και ο χορός, είναι κρίκοι μιας ιστορίας αιμάτινης. Εδώ οι ήρωες κοχλάζουν. Η τελετουργική, οριακά μαγική και χθόνια διάσταση των πράξεων, αποτελεί βασικό συστατικό της παράστασης μας , η οποία προσεγγίζει τον κόσμο του Αισχύλου με όχημα το αιμάτινο δρομολόγιο από το σκοτάδι στο φως, με το σώμα, το λόγο και το νερό -ως στοιχείο λύτρωσης και λησμονιάς. Οι πένθιμες χοές είναι οι μαγικές προσφορές που θα ξυπνήσουν την αθάνατη ψυχή του βασιλιά αλλά και ο μοχλός θάρρους και τόλμης που θα τονώσει το ομαδικό πνεύμα και θα οδηγήσει στην ποθητή εκδίκηση. Ο Ορέστης επιστρέφει ως εκδικητής, έχοντας συνείδηση και αναλαμβάνοντας την ευθύνη της πράξης του, για να λυτρώσει την πόλη, τους ανθρώπους αλλά και μια ολόκληρη γενιά. Ο νεαρός, ανέστιος φυγάς επιστρέφει ως πολυπόθητος λυτρωτής, για να διαπράξει την πλέον αποτρόπαιη πράξη και να κόψει τον ομφάλιο λώρο που τον συνδέει με το αμαρτωλό παρελθόν, διανύοντας μια ατομική και πολιτική πορεία προς την ενηλικίωση. Ωστόσο, στο τέλος, μόνος, κυνηγημένος από τις αόρατες για τους άλλους Ερινύες, ελευθερωτής και μητροκτόνος, έχει πολύ δρόμο ακόμη να διανύσει για να βρει ο ίδιος τη λύτρωση και το πρόβλημα της Δίκης τη λύση του.Γεωργία Μαυραγάνη: Στόχος μας ήταν να αναδείξουμε την ιστορία που ο Αισχύλος αφηγείται μέσα στην συμβολικότητα και την ιερότητα που εκείνος της αποδίδει. Με απλά λόγια, να είναι η παράσταση ένας τρόπος και τόπος αναστοχασμού του κόσμου, όπως είναι σήμερα. Γι αυτό το λόγο, οι ρόλοι αντιμετωπίζονται χορικά, ενώ όλη παράσταση είναι μια τελετουργία καθαρμού νεκρών και ζωντανών. Μελετώντας πολύ, και με τη πολύτιμη βοήθεια του Δημοσθένη Παπαμάρκου, βρήκαμε εκείνες τις τελετουργίες, που φέρουν την ίδια λειτουργία και στο σήμερα και παραδίδουμε μια παράσταση για την οποία είμαστε περήφανοι, δεδομένου ότι οι Ευμενίδες είναι ένα έργο μυστηριακό και ταυτόχρονα βαθιά πολιτικό. Οι ηθοποιοί ξεκινούν αφιερώνοντας την παράσταση στους δικούς τους νεκρούς, για να φτάσουμε στον καθαρμό όλων νεκρών και ζωντανών, με στόχο τη συνέχιση της ζωής και του θαύματος της, Πρέπει να ομολογήσω, πως η επαφή μας με το “ύψος” αυτού του ποιητή “ψήλωσε” και εμάς αποκαλύπτοντας μας την μαγική διάσταση αυτών των κειμένων. Μας ανάγκασε να βγούμε πέρα από τις μικρές ψυχολογικές μας αναλύσεις και να αποδεχθούμε πως το μέγεθος της ζωής είναι και πέρα από το πεπερασμένο της καθημερινότητας και της μικρής δημιουργικότητας μας . Το σίγουρο είναι πως καταθέτουμε ένα θέατρο συνόλου, που στοχεύει στο τραγικό μέγεθος και όχι στις επιμέρους ερμηνείες και αυτό το πιστέψαμε πολύ όλοι. Είμαι τυχερή που συναντήθηκα με αυτό τον θίασο.

Η ενότητα της τριλογίας

Ιώ Βουλγαράκη: Για μένα, το πιο πολύτιμο στοιχείο σύνδεσης των τριών παραστάσεων είναι η αλλαγή πολιτισμού, που κατά κάποιον τρόπο συντελείται μέσα στην τριλογία. Το θεϊκό στοιχείο αλλάζει για να μπορέσει να επιβιώσει. Ο άνδρας-ήρωας μεταβάλλεται σε αγόρι-ικέτη. Η κληρονομική κατάρα και ενοχή γίνονται ευχολόγιο. Οι νεκροί δεν ξεχνιούνται, ωστόσο σταματούν να ζητάνε αίμα για το αίμα. Η αισθητική και ερμηνευτική διαδρομή της τριλογίας αφηγείται λοιπόν ακριβώς αυτή την πορεία, πράγμα που σημαίνει πως τα τρία μέρη είναι σε διάλογο μεταξύ τους. Αυτό φυσικά δεν είναι κάποια δική μας σύλληψη, είναι ο ίδιος ο ποιητής που μας οδηγεί εκεί. Με τη Λίλλυ και τη Γεωργία δουλέψαμε μαζί πάνω στην εξέλιξη του σκηνικού χώρου, στην συνομιλία των μουσικών μας μοτίβων, στην παλέτα των κοστουμιών, σε όλα εκείνα τα στοιχεία που ορίζουν δηλαδή το πλαίσιο αφήγησης. Τις σκηνικές συνδέσεις των παραστάσεων τις είχαμε προετοιμάσει “επί χάρτου”, όμως όταν βρεθήκαμε στις κοινές μας πρόβες προέκυψαν εντελώς διαφορετικές λύσεις. Ο Αγαμέμνων είναι σίγουρα το πιο παλαιό κομμάτι της ιστορίας μας και υπό αυτό το πρίσμα έχει κάτι το εσκεμμένα μονολιθικό σε σχέση με τα άλλα δύο μέρη. Νιώθω αυτό το έργο σαν μια αρχαία πέτρα που ψηλαφεί κάποιος, προσπαθώντας να ακούσει τη φωνή που βγαίνει μυστηριωδώς από μέσα της.

Λίλλυ Μελεμέ: Εξαρχής, ο στόχος και των τριών μας ήταν να αφηγηθούμε μία ιστορία. Αυτή άλλωστε ήταν και η μεγαλύτερη πρόκληση του συγκεκριμένου εγχειρήματος. Κατά τη διάρκεια της έρευνάς μας, προέκυψαν κοινοί άξονες και θεματικές που μας ενδιέφεραν πολύ και τους οποίους προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε στη σκηνή, η κάθε μία με τον δικό της τρόπο. Η πιο γοητευτική στιγμή, ωστόσο, της όλης διαδικασίας, ήταν η στιγμή της συνάντησης των τριών ομάδων εργασίας, κατά την οποία προέκυψαν και οι συνδετικοί κρίκοι της παράστασης. Η στιγμή κατά την οποία γεννήθηκε η ανάγκη να ενώσουμε τα κομμάτια της ιστορίας, με τρόπο δημιουργικό, ποιητικό και λειτουργικό ταυτόχρονα, και να εκμεταλλευτούμε και να αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το “αποτύπωμα” του προηγούμενου μέρους για να προχωρήσουμε την αφήγηση παρακάτω. Πολύτιμος σύμμαχός μας σε αυτό ήταν ο ίδιος ο σκηνικός χώρος, ο οποίος εξαρχής είχε σχεδιαστεί από τον Πάρι Μέξη με την προοπτική της μεταμόρφωσης και της εξέλιξης. Η έννοια της εξέλιξης, ωστόσο, θα έλεγα πως ήταν συνολικότερο σημείο αναφοράς σε όλους τους καλλιτεχνικούς συντελεστές της παράστασης (μουσική, κοστούμια, κίνηση, φωτιστικός σχεδιασμός). Η ίδια η Ορέστεια, άλλωστε είναι μια ιστορία εν εξελίξει που ακόμη και στο φινάλε της νιώθει κανείς πως βάζει τα θεμέλια για μια καινούρια αρχή που θα συνεχίζεται στο διηνεκές..

Γεωργία Μαυραγάνη

Γεωργία Μαυραγάνη: Πρώτα από όλα, μας ενοποιεί ο ποιητής. Στις Ευμενίδες, όταν ο Ορέστης αθωώνεται και προσφέρει όρκο συμμαχίας στην Πόλη της Αθήνας, μιλά σε πρώτο πληθυντικό, εκπροσωπώντας όλη τη γενιά του, αλλά και όλους, νεκρούς και ζωντανούς, που εκείνη τη στιγμή είναι πια παρόντες, και είναι σαν όλοι, ακόμα και οι θεοί, να επανατοποθετούνται μέσα στο σύνολο των ανθρώπων και την Πόλη για να φτιαχτεί η νέα ζωή . Όπως καταλαβαίνετε, η ενοποίηση ήταν μέλημα και πράξη του ίδιου του Ποιητή. Στη δική μας σκηνική εκδοχή επιχειρείται η σκηνική αναπαράσταση αυτής της πράξης με τον πιο απλό και ζωντανό τρόπο του θεάτρου, όταν όλοι οι ήρωες, νεκροί και ζωντανοί, επικαλούνται και εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της δοξολογίας του Ορέστη. Ένα μυστήριο που είναι ιερό και πολιτικό μαζί.

Συνέντευξη: Μαρία Καστανάρα (Lavart)

 

Φωτογραφία Ιώ Βουλγαράκη: Θεόφιλος Τσιμάς
Φωτογραφία Λίλλυ Μελεμέ: Κοσμάς Ινιωτάκης
Φωτογραφία Γεωργία Μαυραγάνη

Δια χειρός Εθνικού η τριλογία “Ορέστεια” του Αισχύλου στο Θέατρο Δάσους

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr