Search
Close this search box.
ποιήματα για την ερωτική απογοήτευση

10 ερωτικά ποιήματα που μας πήραν κοντά τους στο σκοτάδι της απογοήτευσης

Τα ποιήματα για την ερωτική απογοήτευση απλώνουν τα δίχτυα τους και χανόμαστε στα όμορφα σκοτάδια τους. Μια προσφορά κατανόησης για όλες τις πονεμένες νύχτες προσμονής και νοσταλγίας μιας καλύτερης κατάληξης.

Οι ανεκπλήρωτοι έρωτες ψυχοπαιδεύουν την ύπαρξή μας, υπενθυμίζοντας μας πως υπάρχει ακόμη λίγη ζωή για να αναπνεύσουμε, λίγη ακόμη καρδιά για να πονέσουμε, λίγη ακόμη ψυχή για να σταθούμε ξανά απέναντι σε αυτό που κάποιοι ονόμασαν πόθο, άλλοι μικρό θάνατο κι άλλοι φιλί της ζωής. Όσο η νύχτα βαθαίνει και το ένστικτο θεριεύει τα άνθη μέσα μας γεννιούνται και με μια ωδή προσκαλούν όσους παρέμειναν αμύητοι από το φως του έρωτα.

Όταν η Πολυδούρη έγραψε 5 ποιήματα για τη φυγή του Καρυωτάκη, του μεγάλου έρωτά της

10 υπέροχα ποιήματα ερωτικής απογοήτευσης

Σοφοκλής – Ύμνος στον έρωτα

“Έρωτα που ‘σαι ακαταμάχητος
Έρωτα που τα πλούτη εξανεμίζεις
που ξενυχτάς στα απαλά
μάγουλα της κοπέλας,
που βρίσκεσαι ακόμα και στα πέλαγα
ή και στις κατοικίες των ξωμάχων.

Να σ’ αποφύγει εσένα δεν μπορεί
Ούτε θνητός ούτε αθάνατος
Κι αυτόν που τον κατέχεις τον τρελαίνεις.

Εσύ και των δικαίων τα μυαλά
Τα παρασέρνεις στ’ άδικο. Για σένα
ακόμα και ομοαίματοι μαλώνουν.”

Φυγή, του Γιώργου Σεφέρη
Δεν ήταν άλλη η αγάπη μας
έφευγε ξαναγύριζε και μας έφερνε
ένα χαμηλωμένο βλέφαρο πολύ μακρινό
ένα χαμόγελο μαρμαρωμένο, χαμένο
μέσα στο πρωινό χορτάρι
ένα παράξενο κοχύλι που δοκίμαζε
να το εξηγήσει επίμονα η ψυχή μας.

H αγάπη μας δεν ήταν άλλη ψηλαφούσε
σιγά μέσα στα πράγματα που μας τριγύριζαν
να εξηγήσει γιατί δε θέλουμε να πεθάνουμε
με τόσο πάθος.

Kι αν κρατηθήκαμε από λαγόνια κι αν αγκαλιάσαμε
μ’ όλη τη δύναμή μας άλλους αυχένες
κι αν σμίξαμε την ανάσα μας με την ανάσα
εκείνου του ανθρώπου
κι αν κλείσαμε τα μάτια μας, δεν ήταν άλλη
μονάχα αυτός ο βαθύτερος καημός να κρατηθούμε
μέσα στη φυγή.

Επέστρεφε – Καβάφης

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με- όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη, κ’ επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα· όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται, κ’ αισθάνονται τα χέρια σαν ν’ αγγίζουν πάλι. Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα, όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται…

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες – Μαρία Πολυδούρη

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.

Μόνο γιατί όπως πέρνα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάη
είδα τη λυγερή σκιά μου, ως όνειρο
να παίζει, να πονάη,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε
γι’ αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα,
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες
κ’ έτσι γλυκά πεθαίνω μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες.

 

Έρωτας (Ντίνος Χριστιανόπουλος)
Να σου γλείψω τα χέρια
να σου γλείψω τα πόδια.
Η αγάπη κερδίζεται με την υποταγή.
Δεν ξέρω πως αντιλαμβάνεσαι εσύ τον Έρωτα.
Δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών,
φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες,
συσκότιση παραπόνου,
παρηγοριά σπασμών.
Είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας
όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε
σε δυσκολοκατάχτητο κορμί.

Κική Δημουλά – Ο μόνος αξιόπιστος μάρτυρας ότι ζήσαμε, είναι η απουσία μας

Κλείνουν οι ανεκπλήρωτοι έρωτες; Μακάρι. Θα ήταν μια κάποια σωτηρία να ξέρουμε πως οδηγεί κάπου αυτή η λατρεία, να μην ξέρουμε ήδη πως όλα όσα κάνουμε και σκεφτόμαστε, ενισχύουν απλώς μια πεποίθηση που θα καταλήξει να μας καταστρέφει συναισθηματικά. Αλλά δεν είναι τόσο τραγικά όσο μπορεί ν’ ακούγονται, είναι άδοξα πολλές φορές αλλά ενισχύουν την ύπαρξή μας. Ο έρωτας -όποια μορφή κι εάν έχει- μας κάνει παρόντες στη ζωή, ακόμα κι όταν αυτός απουσιάζει στην πραγματικότητα. Είναι ένα από τα πολλά παράδοξα που τον συνοδεύουν και τον κάνουν μάλλον τόσο ακαταμάχητο. Ήταν αλήθεια, όσο κι εάν προσπαθούν αυτοί που βρίσκονται έξω από αυτό να υποστηρίξουν το αντίθετο. Λίγοι -που το έχουν νιώσει- καταλαβαίνουν πως αυτή είναι η πραγματικότητα και ζουν ακόμα και με τη σκέψη αυτού του ανθρώπου. Γιατί εν τέλει αυτή μένει.

Χάρτινο το φεγγαράκι, του Νίκου Γκάτσου
Θα φέρει η θάλασσα πουλιά
κι άστρα χρυσά τ’ αγέρι
να σου χαϊδεύουν τα μαλλιά,
να σου φιλούν το χέρι.

Χάρτινο το φεγγαράκι,
ψεύτικη ακρογιαλιά,
αν με πίστευες λιγάκι
θα `ταν όλα αληθινά.

Δίχως τη δική σου αγάπη
δύσκολα περνά ο καιρός.
Δίχως τη δική σου αγάπη
είναι ο κόσμος πιο μικρός.

Χάρτινο το φεγγαράκι,
ψεύτικη ακρογιαλιά,
αν με πίστευες λιγάκι
θα `ταν όλα αληθινά.

Οδυσσέας Ελύτης – ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ 

Θα πενθώ πάντα –μ` ακούς;- για σένα,
μόνος, στον Παράδεισο

ΙΘα γυρίσει αλλού τις χαρακιές

Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος

Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός

Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.

II

Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ` άλλα που πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια

Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα πίστεψέ με και τα μη
Μια στον αέρα, μια στη μουσική

Τα δυο μικρά ζώα, τα χέρια μας
Που γύρευαν ν` ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ` τις ξερολιθιές, πίσω απ` τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από
τους καταρράχτες

Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά

Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό

Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο

Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.

III

Έτσι μιλώ για σένα και για μένα

Επειδή σ` αγαπώ και στην αγάπη ξέρω

Να μπαίνω σαν Πανσέληνος

Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ` αχανή σεντόνια

Να μαδάω γιασεμιά – κι έχω τη δύναμη

Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω

Μέσ` από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές

Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε

Ακουστά σ` έχουν τα κύματα
Πως χαϊδεύεις, πως φιλάς
Πως λες ψιθυριστά το τι και το ε
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά

Κωστής Παλαμάς – Η Ψυχή στον Έρωτα
Η αθλία Ψυχή σου, Έρωτα, εγώ,
παντού —μα ώς πότε;— σε κυνηγώ.
Τρομάρα, αντάρα, σα φανταστώ
το πρόσωπό σου ξεσκεπαστό,
5
καθώς το είδα, φεγγοβολιά,
στου ύπνου γερμένο την αγκαλιά.
Σε είδα, τρεμούλα στο χέρι, νά!
Στάει το λυχνάρι μου, σε ξυπνά.
Δράκοντας; Όχι. Τ’ ανάσασμά σου
10
δε μόλευε, ούτε φωτιά η ματιά σου.
Μηδέ πανώριος σταυραδερφός
του ηλιού, από τ’ άστρα κι από το φως.
Άνθρωπος ήσουν, θαμπό κερί,
σε μισολιώσαν καημοί, καιροί.
15
Μαυροκαμένη μια ζωγραφιά,
και μήτε ασκήμια, μήτε ομορφιά.
Και περασμένο κάτι, πιο αχνό,
μιας αχνής μέρας το δειλινό.
Ανθρώπου μια όψη που μπαίνει πια
20
στην κρύα, στη γκρίζα μισοκοπιά.
Στο μέτωπό σου μόνο του νου
το μέγα αυλάκι, και τ’ ουρανού
στα μάτια σου όλο το θείο βαθύ·
τ’ άνοιξες, μ’ είδες μπροστά σου ορθή.
25
Μα έτσι, μα έτσι, και πιο πολύ,
σ’ αγάπησα, είμαι τρελή, τρελή.
Ξάφνου με βλέπεις, φτεροχτυπάς,
το μυστικό σου πάει· κι εσύ πας.
Δε με προσμένεις, δε με ρωτάς.
30
Φανερωμένος. Θυμός. Πετάς.
Μα έτσι, μα έτσι, και πιο πολύ
σ’ αγαπώ τώρα, τρελή, τρελή.
Στα πόδια σου άσε να κρεμαστώ,
σκλάβα μπροστά σου να σωριαστώ.
35
Κι εγώ όπου φεύγεις, κι εγώ όπου πας,
κι όπου ανασταίνεις, κι όπου τρυπάς.
Γιατί μ’ εμένα, με τη φτωχή
πιο πολύ μοιάζεις. Κι εσύ Ψυχή;
Γιατί κι εγώ είμαι —στάσου, Έρωτά μου!—
40
σαν καρπός κάποιου δικού σου γάμου.
Γιατί κι εγώ είμαι —Θεέ μου, λυπήσου!—
σα λογισμός σου και σα φιλί σου.
Γιατί κι εγώ είμαι σαν το σωμένο
το πρόσωπό σου. Μα —κοίτα— μένω.
45
Γιατί κι εγώ είμαι, πάντα, από πρώτα,
γιομάτη λάκκους, χρόνια, όχι νιότα.
Γιατί κι εγώ είμαι, Έρωτα, Θεέ μου!
σα μια φευγάτη πνοή του ανέμου
που φιλεί, δέρνει, και που δε στέκει,
50
και ξεπερνάει τ’ αστροπελέκι.
Κι έπρεπε νά ’ρθω και να βρεθώ
στο πλάι σου ξάφνου για να δεθώ.

«Αγάπη», Κώστα Καρυωτάκης

Κι ήμουν στο σκοτάδι. Κι ήμουν το σκοτάδι.
Και με είδε μια αχτίδα
Δροσούλα το ιλαρό το πρόσωπό της
κι εγώ ήμουν το κατάξερο ασφοδίλι.
Πώς μ’ έσεισε το ξύπνημα μιας νιότης,
πώς εγελάσαν τα πικρά μου χείλη!
Σάμπως τα μάτια της να μου είπαν ότι
δεν είμαι πλέον ο ναυαγός κι ο μόνος,
κι ελύγισα σαν από τρυφερότη,
εγώ που μ’ είχε πέτρα κάνει ο πόνος.

6 κορυφαία ποιήματα για τον έρωτα που μας έκαναν «ρημάδι»

Πηγές φωτογραφιών

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr