Search
Close this search box.

Το ηχητικό πέπλο των βιντεοπαιχνιδιών – Μέρος 1ο

Δέκα soundtrack που στολίζουν αντίστοιχα δέκα υπέροχα παιχνίδια (Μέρος 1ο)

Πολύ συχνά στη βιομηχανία των βιντεοπαιχνιδιών παραβλέπουμε τον ρόλο της μουσικής. Όχι γιατί της δίνεται ελάσσων ρόλος, αλλά περισσότερο διότι, μέσα στους ξέφρενους ρυθμούς των σύγχρονων τίτλων είναι πολύ πιθανότερο να περάσει απαρατήρητη. Γι’ αυτό η ηχητική ενδυμασία επιβραβεύεται κυρίως σε τίτλους πιο χαλαρούς και πιο συγκεκριμένα της indie σκηνής, όπου τα παιχνίδια της είναι σχεδιασμένα με βάση έναν ακροατή/παίχτη. Φυσικά, το να πούμε ότι οι τίτλοι της ΑΑΑ σκηνής (τα βιντεοπαιχνίδια με προϋπολογισμό αντίστοιχο των ταινιών του Χόλιγουντ) έχουν ένα λιγότερο αντάξιο OST, θα ήταν ένα γεγονός που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Παρόλα αυτά, η αλήθεια είναι ότι, όσο πιο μεγάλοι είναι οι οικονομικοί περιορισμοί, τόσο μεγαλύτερη είθισται και η ανάγκη να αξιοποιηθούν εναλλακτικές μέθοδοι, που θα εξισορροπήσουν το οικονομικό κενό, με σύνηθες αποτέλεσμα τη δημιουργία ιδιαίτερων ακουσμάτων. Σήμερα, στο πρώτο μέρος αυτού του άρθρου, θα σας προτείνουμε πέντε από τα δέκα άλμπουμ που θεωρούμε ότι, συνοδεύουν τα αντίστοιχα βιντεοπαιχνίδια τους, ως ίσο προς ίσο κάνοντας, τόσο το soundtrack ένα όμορφο άκουσμα, όσο και το παιχνίδι μια φανταστική απόλαυση.

  1. Brutal Legend – Director: Tim Schafer, Composer: Peter McConnel

Ο Tim Schafer είναι γνωστός για μια πληθώρα κλασσικών παιχνιδιών που ενίσχυσαν το μέσο, όπως τα The Secret of Monkey Island, Psychonauts και Grim Fandango, τα οποία έχουν και ένα μεγάλο κοινό να τα εκθειάζει. Στο Brutal Legend καταφέρνει να δημιουργήσει έναν κόσμο με Action/Adventure και Real Time Strategy στοιχεία, που συνάμα αποτελεί και ύμνο στη Heavy Metal. Στο cast συναντάμε προσωπικότητες όπως, ο Jack Black, ο Οzzy Ozbourne και ο Lemmy Kilmister. H ηχητική ενδυμασία είναι αποτέλεσμα του Peter McConnel, γνωστός για τη δουλειά του στο Hearthstone και τη σειρά Sly Cooper. O McConnel περίτεχνα συνθέτει ένα soundtrack, το οποίο στέκεται επάξια απέναντι στην πληθώρα των heavy metal κομματιών που ακούγονται κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού και αποτελείται από μπάντες όπως, οι Scorpions, οι Mastodon και oι Rotting Christ. Όλα αυτά συνθέτουν ένα παιχνίδι που αν και σε επίπεδο μηχανισμών δεν ανταποκρίνεται σε όλους, δεν παύει να είναι αρκετά προσβάσιμο και απολαυστικό με τον ήχο του να απευθύνεται σε παλιούς και νέους ακροατές της μέταλ μουσικής.

  1. Silent Hill – Director: Keiichiro Toyama, Composer: Akira Yamaoka

Tο Silent Hill κατάφερε και δίδαξε τον τρόμο στο Playstation. Εκεί που το Resident Evil επέλεξε το περιβάλλον μιας κλειστοφοβικής έπαυλης με έναν ορατό και συνάμα επικίνδυνο εχθρό, στα πλαίσια μιας B-movie αισθητικής, το Silent Hill επέλεξε το φόβο του αγνώστου σε μια ομιχλώδη πόλη, φόρο τιμής στον ιαπωνικό κινηματογράφο τρόμου. Η ομίχλη ήταν το τέχνασμα για να κρύψει την αδυναμία του PlayStation να κάνει επαρκές draw distance (πόσο μακριά μπορείς να δεις στο παιχνίδι) και λειτούργησε ευεργετικά σε ένα από τα πιο ατμοσφαιρικά παιχνίδια έως και σήμερα. Η μουσική από την άλλη πλευρά το ίδιο δυναμική και ατμοσφαιρική με τον Akira Yamaoka, αν και αυτοδίδακτος, να δίνει ένα ρεσιτάλ ευφυίας και εφευρετικότητας. Μελαγχολική, μυστήρια και τρομακτική, σε τραβάει κοντά της και σε εισάγει στον κόσμο της.

  1. Deus Ex – Director: Warren Spector, Composer: Alexander Brandon (κυρίως), Dan Gardopée, Michiel van den Bos

Το Deus Ex θεωρείται από πολλούς ως το καλύτερο παιχνίδι όλων των εποχών. Αυτό γιατί, καταφέρνει και συνδυάζει μια πληθώρα ειδών gameplay και καταφέρνει να εμβαθύνει αρκετά σε αυτά ικανοποιώντας τον παίχτη και επιβραβεύοντας τον για τις αποφάσεις του. Ο σεβασμός προς το στυλ παιχνιδιού που επιλέγει ο παίχτης έρχεται υπό την εξής μορφή, που είναι και η άποψη του σκηνοθέτη: Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος, παρά μόνο η επιλογή και η υπευθυνότητα της ανάληψης των ευθυνών αυτής. Υπό αυτήν την προϋπόθεση την ιστορία την φτιάχνουμε μόνοι μας, μέσα από ένα εξαιρετικά δοσμένο σενάριο. Όσον αφορά τώρα τη μουσική, αυτή είναι αποτέλεσμα τριών συνθετών που καταφέρνουν να πιάσουν το κλίμα μιας νέο φουτουριστικής κοινωνίας χτυπημένης από το σύστημα και αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις. Ο Alexander Brandon υπεύθυνος για το κυρίως θέμα του παιχνιδιού ήταν απογοητευμένος από τη σύνθεση του, η οποία όμως με το πρώτο άκουσμα κόλλησε στο κεφάλι του σκηνοθέτη για τις επόμενες μέρες, οδηγώντας τον να την κρατήσει. Μια σοφή επιλογή, αφού η μουσική αυτή έμελλε να αποσπάσει πολλά βραβεία ηχητικής ενδυμασίας. Εθιστικό, συνομωσιολογικό και με επικό χαρακτήρα.

  1. Last of Us – Directors: Neil Druckmann, Bruce Stanley, Composer: Gustavo Santaolalla

Για αυτό το παιχνίδι έχουμε κάνει ένα review το οποίο αναδεικνύει τη σημαντικότητα του στο μέσο. Αντίστοιχα έχουμε μιλήσει και για το συνθέτη του, του οποίου η στάση ζωής του καθορίζει και τον τρόπο σύνθεσης του. Φυσικά και τα δύο μαζί δεν μπορούν στο ελάχιστο να προσεγγίσουν την εμπειρία που αποτελεί αυτό το παιχνίδι. Ένα ταξίδι στην ωριμότητα και την αποδοχή που συνοδεύεται από μια μουσική γήινη, χωρίς υπερβολές, που ενδυναμώνει τα χαρακτηριστικά που μας κάνουν ανθρώπους και όχι ήρωες. Μια ωδή στην ατέλεια που σε σπρώχνει κάθε φόρα ένα βήμα παραπέρα. Ο συνθέτης της μουσικής σε αυτό το παιχνίδι, σκόπιμα έκανε χρήση οργάνων που δεν ήταν οικείος με αυτά, έτσι ώστε να προσομοιάσει την ανασφάλεια μιας κατάστασης που κανείς δεν θα ήταν έτοιμος για αυτήν.

  1. Final Fantasy VIII – Director: Yoshinori Kitase, Composer: Nobuo Uematsu

Θα είμαι ειλικρινής ότι το όγδοο παιχνίδι αυτής της σειράς δεν μου προξενεί την ανατριχίλα του έβδομου. Oύτε περιέχει την ποικιλοχρωμία μουσικών ειδών, όπως ο προκάτοχος του. Παρόλα αυτά, μπαίνει σε αυτή τη θέση ως ένα υπέροχο δείγμα ορχηστρικής αρτιότητας σε συνδυασμό με τη λεπτεπίλεπτη ανάδειξη του συναισθηματικού φορτίου των χαρακτήρων του παιχνιδιού στις σκηνές τις οποίες βρίσκονται. Μην ξεχνάμε ότι εκείνη την περίοδο δεν είχαν όλα τα παιχνίδια ηθοποιούς να δίνουν τη φωνή τους στους χαρακτήρες, γεγονός που ισχύει και εδώ. Άρα, η λύση ήταν η μουσική να καθοδηγεί τη σκηνή, παράλληλα στο διάβασμα των διαλόγων από τον παίχτη. Το Liberi Fatali συγκεκριμένα είναι ένα εξαιρετικό κομμάτι που σε εισάγει κατευθείαν στον κόσμο του παιχνιδιού και σετάρει το σκηνικό για όλα τα συμβάντα που θα ακολουθήσουν αργότερα. Ένα παιχνίδι ονειρικό, όπως και η μουσική του, γραμμένη από έναν βετεράνο συνθέτη που έχει εμπνεύσει ποικίλους στα βήματα του.

Κλείνοντας, είναι συχνό φαινόμενο στις μέρες μας, τη διαδικασία του να παίζεις παιχνίδια να τη συντροφεύει κάτι άλλο μουσικά. Από έναν δίσκο που αρέσει σε εμάς, μέχρι και ένα podcast, ή μια συνέντευξη. Αυτό προκύπτει από τη νοοτροπία της σύγχρονης βιομηχανίας που μας θέλει δέσμιους σε έναν τίτλο, επενδύοντας σε αυτόν πέρα από λεφτά, σώμα και πνεύμα, με επιβράβευση την απλή χαρά μιας νίκης, υπνωτισμένοι από τις ικανότητες και την προσπάθεια που χρειάζεται να τα βγάλουμε πέρα στην πραγματική ζωή. Eύκολη ικανοποίηση σε αντιπαράθεση με τη σκληρή δουλειά, σαν ένα σύγχρονο νησί των λωτοφάγων. Φαινόμενο το οποίο παρατηρείται και αλλού, όχι μόνο στο μέσο μας. Τα παιχνίδια που παραθέσαμε όμως, αντικατροπτίζουν μια ευφυΐα και μια προσπάθεια ανάδειξης προβληματισμών χρησιμοποιώντας ένα νέο μέσο για να πουν κάτι, να στείλουν ένα μήνυμα και να ικανοποιήσουν τον παίχτη που ταξιδεύει μέσα σε αυτά. Είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, σκέψης και μυαλών ανήσυχων. Το είδος της ανησυχίας που είναι όμορφο να μάθουμε να καλλιεργούμε όλοι.

Κείμενο: Γιάννης Σαρρής (Lavart)

Gustavo Santaolalla, ένας αναρχικός της μουσικής

The Last of Us, ένα οδοιπορικό στην επιτυχία.

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr