Search
Close this search box.

Κριτική – Μotherless Brooklyn: Ένα νοσταλγικό μπλουζ για το Μπρούκλιν

“When your head says one thing and your whole life says another, your head always loses.”

Το film noir είναι ένας από εκείνους τους κινηματογραφικούς όρους που οι κριτικοί χρησιμοποιούν με αγάπη, αλλά αν αναγκαστούν, δεν μπορούν να δώσουν ένα ενοποιημένο νόημα στον όρο. Όπως και άλλοι όροι, όταν εφαρμόζεται για ταινία ο ορισμός αποκλίνει. Η ταινία noir έχει αναφερθεί ως είδος, κίνημα, διάθεση και στυλ. Tο film noir ανήκει σε μια ιστορία «ιδεών» που συνδέονται με τις εμπορικές στρατηγικές και τις αισθητικές ιδεολογίες, μια ιδέα που έχουμε προβάλει στο παρελθόν (ως ένας όρος “retro”, όπως το “horror”).Πρόκειται για μια σαφώς κωδικοποιημένη επιλογή μέσα στον κλασικισμό, ένα ενοποιημένο σύνολο τακτικών και στιλιστικών χαρακτηριστικών που διαταράσσουν τις κλασσικές αρχές από τις συμβάσεις, όπως το μιούζικαλ ή το καθαρό μελόδραμα. Πόσο ωραίο είναι να βλέπεις, όμως, εν έτη 2019 κάποιον που προσπαθεί να επαναφέρει μία παλιά φόρμα στον σημερινό κινηματογράφο! Αυτό ήταν το στοίχημα του Edward Norton και της καινούριας του ταινίας, Motherless Brooklyn. Στη δεκαετία του 1950, σε μια εποχή που η αστική διοίκηση προσπαθούσε να αναζωογονήσει τη γειτονιά του Μπρούκλιν με την διάλυση παλαιών κτιρίων και την αντικατάστασή τους με πιο κομψά διαμερίσματα, ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ ονόματι Lionel Essrog, με σύνδρομο Tourette, διερευνεί το θάνατο του μέντορά του, δολοφονημένο από μία εγκληματική οργάνωση.
Το λιγότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι ο Edward Norton δεν έχει έλλειψη φιλοδοξίας. Αυτός που δεν άγγιξε την σκηνοθεσία για σχεδόν 20 χρόνια (το Keeping the Faith κυκλοφόρησε το 2000) φέρνει σήμερα στην οθόνη την επιτυχημένη ιστορία του συγγραφέα Jonathan Lethem ενώ μεταφέρει τη δράση στα χρόνια μετά τον πόλεμο.Αυτή η καλλιτεχνική επιλογή ταιριάζει στον σκηνοθέτη, ο οποίος είναι επίσης και ο πρωταγωνστής της ταινίας, επειδή αυτή η αλλαγή της εποχής του επιτρέπει να βυθιστεί στην ατμόσφαιρα του φιλμ noir, όπως είχε σχεδιαστεί στη χρυσή εποχή του Χόλιγουντ. Με άλλα λόγια, το Motherless Brooklyn εξυπηρετεί τον Edward Norton δικαιολογώντας το στυλ και την αισθητική, τόσο οπτικά όσο και μουσικά. Η εξαιρετική μουσική από τον Daniel Pemberton και το μαγευτικό τραγούδι από τον Thom Yorke, τον τραγουδιστή του Radiohead αποτίει φόρο τιμής στο είδος. Στο βάθος αυτό το όμορφο άγγιγμα της τζαζ μας μεταφέρει.Στη δεκαετία του ’50 της Νέας Υόρκης, ανάμεσα στο φως και τη σκιά, ο Edward Norton κινει έξοχα την κάμερά του, προβάλλοντας παλιούς αμερικάνους κινηματογραφικούς αστέρες (Bruce Willis, αλλά και Alec Baldwin και Willem Dafoe), καταγράφοντας κάθε λεπτομέρεια για να βυθίσει τον θεατή σε αργή κίνηση στην δεκαετία του ‘50 (η ταινία διαρκεί 2h25) που όμως εξακολουθεί να είναι γεμάτη νόημα μέχρι σήμερα. Σκοτεινά και όμορφα πλάνα κυριαρχούν, που μερικές φορές θυμίζουν ακόμα το Chinatown, το αριστούργημα του Polanski, που μας έριξε βίαια στο βυθό του Λος Άντζελες (χωρίς να γίνεται κάποια σύγκριση πως θα μπορούσε άλλωστε ). Μας προσφέρει επίσης τη βρετανίδα ηθοποιό Gugu Mbatha-Raw, η οποία φέρνει μια πραγματική φρεσκάδα σε ένα τυπικά αρσενικό περιβάλλον. Η ηθοποιός του The Morning Show, σε έναν πολύ καλό πρώτο ρόλο, ακροβατεί ανάμεσα στη δύναμη και τη γλυκύτητα. Ανταποκρινόμενη σε μια πάλη κατά των διακρίσεων εις βάρος των Αφροαμερικανών, (η οποία προφανώς αντανακλά την τρέχουσα κατάσταση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι σε άλλες μειονότητες), ο χαρακτήρας της ηθοποιού θα κατασκευάσει το δικό της μύθο σε επικίνδυνες καταστάσεις όπου η συνείδηση κάποιων θα αντιπαραβληθεί με την προδοσία πολλών άλλων. Ο Bruce Willis, ο Willem Dafoe και ο Bobby Cannavale δίνουν ένα χέρι βοηθείας στο εγχείρημα αυτό. Αυτή η ταινία είναι ένα μαύρο «θρίλερ» και μια ενδοσκόπηση σχετικά με τη διαφορετικότητα και την αποδοχή από τους κοινούς θνητούς, τυφλωμένους από τη δική τους ύπαρξη. Πέρα, όμως, από μία τέτοια παραδοχή ορισμένες φορές πρέπει να παραδεχτούμε πως η διαταραχή δεν είναι απαραιτήτως ανυπέρβλητη ή ασυμβίβαστη με μια ζωή κοντά στην κανονικότητα.
Οι ταινίες “noir” δεν έχουν τίποτα κοινό με τη συνηθισμένη αστυνομική πλοκή. Είναι ουσιαστικά ψυχολογικές αφηγήσεις με τη δράση – όσο βίαιη ή γρήγορη – να παρουσιάζεται λιγότερο σημαντική από τα πρόσωπα, τις χειρονομίες, τα λόγια – από την αλήθεια των χαρακτήρων, αυτή την “τρίτη διάσταση”. Δεν είναι “procedurals” ή “whodunits”,είναι μελέτες χαρακτήρων και κοινωνιολογικές έρευνες. Ο όρος “film noir” έχει περιέλθει σε εμάς ως προϊόν ενός υποδεέστερου είδους της γαλλικής κριτικής, διαφορετικό από εκείνο που κυριάρχησε στον κινηματογραφικό λόγο. Οι πρώτες ταινίες noir δημιούργησαν μια ψυχολογική ατμόσφαιρα που με πολλούς τρόπους σηματοδότησε μια απάντηση σε μια όλο και πιο ρεαλιστική και κατανοητή ανησυχία – για τον πόλεμο, τις ελλείψεις, τους μεταβαλλόμενους ρόλους των φύλων και τον «κόσμο που τρελαίνεται» – τη βόμβα, τον ψυχρό πόλεμο, την HUAC (Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων) και τη μαύρη λίστα, η οποία ήταν πιο εγγενής σε στιγμιότυπα του 1940 και του 1950.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι προσπάθειες των τελευταίων χρόνων στο φιλμ noir, ή τα επονομαζόμενα neo-noir, σχεδόν όλα αισθάνονται σαν ασκήσεις νοσταλγίας. Στο Motherless Brooklyn, η πλοκή είναι δύσκολη, τα στοιχήματα πολλαπλασιάζονται και ο ρυθμός είναι ξέφρενος. Όμως ο σκηνοθέτης κερδίζει το στοίχημά του.

Κείμενο: Ελένη Κουκουρίκου (Lavart)

 

Πηγή Φωτογραφιών

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr