Search
Close this search box.

Τα φαινόμενα απαιτούν και η Κιτσοπούλου τολμά

[dropcap size=big]Ε[/dropcap]άν ως «φαινόμενο» ορίζεται κάθε τι που συμβαίνει και γίνεται αντιληπτό από τις αισθήσεις, τότε τα έργα της Λένας Κιτσοπούλου αποτελούν σίγουρα ένα τέτοιο.

Ιδιαίτερη; Αιρετική; Κυνική; Ωμή; Χυδαία; Προκλητική; Μήπως απλά μια σύν-χρονη συγγραφέας που ξέρει πολύ καλά τι κάνει από το πρώτο γράμμα που αποτυπώνει στο χαρτί ή πληκτρολογεί στον υπολογιστή της; Ένας θεατράνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης, που όσο μπορεί να λειτουργεί εντός θεάτρου και τέχνης, άλλο τόσο μπορεί και εκτός, παράγοντας θέατρο και τέχνη μολαταύτα.

Παρακολούθησα την παράσταση με το μεγαλύτερο, κατά πάσα πιθανότητα, τίτλο που δόθηκε ποτέ σε ελληνικό έργο «Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ. Ή η ανουσιότητα του να ζεις.» στο θέατρο Άνετον στο πλαίσιο των Δημητρίων. Στο «ρόλο» του σκηνικού ένα φωτισμένο σαλόνι τύπου ΙΚΕΑ υποδεχόταν τους θεατές. Ένας άντρας (Γ. Κότσιφας) και μια γυναίκα (Λ. Κιτσοπούλου) έλαβαν τις θέσεις τους στον καναπέ. Διαφημιστικά φυλλάδια, κινητά τηλέφωνα, laptops, βρισιές, ρεψίματα είναι τα πρώτα ερεθίσματα. Σαν να έβλεπα από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα της απέναντι πολυκατοικίας δυο ανθρώπους να αράζουν, όπως κάθε μέρα, στο σπίτι, πνιγμένοι στα gadgets. Και πράγματι, δεν άργησα να συνειδητοποιήσω ότι περί αυτού επρόκειτο: Δυο φίλοι… τα λένε! Πού είσαι Αριστοτέλη, να δεις πώς σου κατάντησαν το «μίμησης πράξεως σπουδαίας και τελείας, μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω…»!  Δυο άνθρωποι που «χτυπάνε ξύλο» για να πάνε όλα καλά, βρίζουν, βρίζονται, ρεύονται, συζητούν για την καούκα του Ξηρού («Μαλάκα, εγώ καύλωνα με Ξηρό»), πίνουν «κρασούμπα», βρίσκουν βαρετό τον Καβάφη, αναλύουν το θέμα της ορίτζιναλ ταραμοσαλάτας, ντουμανιάζουν στον καπνό, κακοποιούνται στα όρια της ανθρωποκτονίας. Άνθρωποι κλεισμένοι σε ένα διαμέρισμα που ξεσπούν σε αψυχολόγητες κραυγές, βουβά ουρλιαχτά, σπασμούς προσώπου, άνευ προηγουμένου εξάψεις νεύρων και εκρήξεις θυμού, κρίσεις γέλωτα. Και κλάματα. Κλάματα για την ανουσιότητα του να ζεις. Για τη ματαιότητα της ύπαρξης. «Θέλει μυαλό για να έχεις υπαρξιακά. Άμα δεν έχεις μυαλό, πώς να έχεις υπαρξιακά;». Και, φυσικά, μη σας περνά απ’ το μυαλό πως όλα αυτά διαδέχθηκε η «κάθαρσις». Εκμηδένιση, ισοπέδωση και συγχυτική παραφροσύνη σε όλο της το μεγαλείο. Απλόχερος νατουραλισμός, αίμα παντού και αφροί στο στόμα. Ένας αλλόφρων χορός και υπόκλιση σε slow motion.

Το κοινό αποχωρεί μουδιασμένο. Δεν ακούς σε κανένα πηγαδάκι το «πώςσουφάνηκε;». Το φαινόμενο επέδρασε. Οι αισθήσεις έλαβαν το μήνυμα και τα ήρεμα νερά του θεάτρου ρυτίδωσαν για τα καλά. Η καλλιέπεια έδωσε τη θέση της στην ωμή πραγματικότητα. Τέχνη για όσους αντέχουν. Συγγνώμη, αλλά το ίδιο ισχύει και για τη ζωή.

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδω.

Κείμενο: Άννα Ηλιαδέλη (Lavart)

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr