Search
Close this search box.

Η Διάθλασις των παίδων – Μέρος 4ο – Αγρίου Δημητρίου Αφύπνισις

[su_youtube url=”https://www.youtube.com/watch?v=izQsgE0L450″ width=”400″ height=”60″ responsive=”no” autoplay=”yes”]

Η Διάθλασις των παίδων

Μέρος 4ο : 7: 15 πμ 

Αγρίου Δημητρίου Αφύπνισις

Ο κόσμος δημιουργήθηκε με μία μεγάλη έκρηξη. Όταν γεννήθηκα, μέσα σε ένα απειροελάχιστο κλάσμα του κλάσματος του δευτερολέπτου γέμισα με όλες τις πληροφορίες των αιώνων, και γι’ αυτό τα ήξερα όλα, αλλά δεν μπορούσα να μιλήσω, και μόνο έκλαιγα. Δεν μπορούσα να μιλήσω όχι επειδή δεν ήξερα να μιλάω, αλλά επειδή ήξερα ότι δεν είχε κανένα νόημα να μιλάς, παρά μόνο να κλαις. Μίλησα πολύ αργά απ’ ό,τι μου λένε, αλλά και πότε είναι νωρίς να μιλήσει κανείς. Δεν είχα να πω τίποτα. Μίλησα για να κάνω το χατήρι στη μαμά μου. Να μη με τρέχει στους γιατρούς, μιας και δεν είχαμε πολλά λεφτά. Είχαμε όμως έναν κουμπαρά εκεί που βιδώνουν οι ασφάλειες στον ηλεκτρολογικό πίνακα. Σφηνώναμε τις ασφάλειες με κέρματα. Μια μέρα τα κέρματα άρχισαν να τα καταπίνουν οι ασφάλειες και μείναμε χωρίς ρεύμα, επειδή δεν κάνανε καλή επαφή. Δεν κάνει επαφή, έλεγε ο μπαμπάς. Ποτέ όμως δεν λέμε για κάτι, κάνει επαφή. Είναι ένα πράγμα που ακόμη και σήμερα στα 10 χρόνια και
235 λεπτά και 2356 δευτερόλεπτα που παίρνω πληροφορίες από τον κόσμο, δεν το έχω καταλάβει. Καταλαβαίνω θα πει, πιάνω χώρο. Στο κεφάλι μου δεν έχει μείνει χώρος για πολύ πιάσιμο. Δεν ξέρω πώς ξύπνησα σήμερα, αλλά πιστεύω ότι με βοήθησε το φορτηγό που τροφοδοτεί το σούπερ – μάρκετ με γάλατα.Ήδη πλένω τα χέρια μου. Πότε έφτασα στον νιπτήρα είναι κάτι που επίσης δεν μπορώ να καταλάβω. Η μαμά μού λέει κάτι αλλά δεν μπορώ να την ακούσω. Είναι μια εικόνα μπροστά μου που ανοιγοκλείνει το στόμα της. Ακούω μόνο μία μελωδία μες στο κεφάλι μου που δεν αφήνει χώρο για λέξεις. Βλέπω την τσαγιέρα να αφήνει ατμό στην κουζίνα. Θα σφυρίζει αν άκουγα. Ποτέ δεν λέμε για την τσαγιέρα, σφυρίζει αδιάφορα. Σφυρίζει πάντα με ενδιαφέρον, επειδή μας υπενθυμίζει ότι δεν μας έμεινε και πολύς χρόνος να εγκαταλείψουμε το σπίτι και να πάμε όλοι στις δουλειές μας. Εγώ θα πάω στο σχολείο. Μόνος μου σήμερα. Θα κατέβω και θα πάω. Μπορώ να το κάνω. Είναι μία ευθεία και μετά μία γωνία, ακόμη μία και θα φτάσω. Δεν θα ακούσω το κουδούνι, επειδή είναι μονότονο. Θα ακούω δυνατά αυτό που παίζει το κλειδωμένο στερεοφωνικό μέσα στο κεφάλι μου. Με την μεγάλη έκρηξη της αρχής του κόσμου, εκατοντάδες εκατομμύρια στερεοφωνικά ελευθερώθηκαν στον γαλαξία, και σφηνώθηκαν στα κεφάλια των πρωτόζωων των οποίων είμαστε άμεσοι απόγονοι. Πότε έβαλα τον σκούφο, άνοιξε η πόρτα, έφυγε η μαμά, και τώρα κατεβαίνω τα σκαλιά της πολυκατοικίας;  Ένα παιδί μικρότερό μου ακουμπάει την παλάμη του στο τζάμι της εισόδου, παγωμένο τζάμι εισόδου. Κόκκινος συναγερμός στο κεφάλι μου. Αλλά δεν τον ακούω. Το παιδί είμαι εγώ. Είμαι μικρότερος από όσο νόμιζα. Φοράω το πιο φουσκωτό μπουφάν που έχει εφευρεθεί μετά την στολή του αστροναύτη. Θα είμαι ο πρώτος άνθρωπος που πατάει στην άμμο του Άρη. Βαρύτητα δεν θα έχει. Προσπερνάω το διαστημικό περίπτερο. Σε λίγη ώρα θα χτυπήσει το κουδούνι. Κάθε λίγο και λιγάκι το κουδούνι χτυπάει. Αν ήταν γόνατο θα ήταν καταματωμένο. Πρέπει να ρίξουμε ιώδιο στα κουδούνια όλου του κόσμου και να τα αφήσουμε να αναρρώσουν. Τα πόδια μου δεν με πηγαίνουνε ευθεία, με στρίβουν σε μία άλλη οδό. Τα ακολουθώ, γιατί τα πόδια μου είναι πιο έξυπνα από εμένα. Κι από τη μαμά μου. Ο σκούφος μου έχει δύο φούντες σαν διαστρικά αυτιά. Με τη βοήθειά του μπορώ να επικοινωνώ με την πατρίδα μου. Τον πλανήτη Άπαξ 3. Αυτό γίνεται τον χειμώνα. Το καλοκαίρι που δεν φοράω σκούφο, δεν χρειάζεται να μιλάω με την πατρίδα. Όλοι οι κάτοικοι του Άπαξ 3 πηγαίνουν σε έναν διπλανό πλανήτη για 4 μήνες διακοπές. Στην πατρίδα μου δεν έχει σχολεία. Έχει μόνο κουδούνια. Σε μικρή ηλικία μπαίνεις μέσα σε ένα κουδούνι για ένα χρόνο, και όταν είσαι έτοιμος από όλη την παιδεία που σου είναι απαραίτητη, το κουδούνι χτυπάει – είσαι έτοιμος. Σαν κοτόπουλο στον φούρνο. Σαν παστίτσιο. Γεμιστά. Κέικ. Θα πάρω από το σχολείο ντόνατ. Με σοκολάτα. Κι ένα κρουασάν. Σρουακάν. Έτσι τα λέμε στον Άπαξ. Σρουακάν εμ λοκοσάτα. Ενέμα εμ νέλε Τρημήδη. Ητ αμάμ ουμ, Ενέλη. Νεδ ρέξω να απαγώ. Ρέξω νόμο αν τέρχω. Αν τσρίβω ητ νωγία. Φακενείο ξουλ. Ητς νωγία. Πάω προς τα κάτω. Μία ξυλιασμένη κοπελίτσα, λοπύ όρμοφη με κοιτάει. Δεν καταλαβαίνει ότι δεν μπορώ να την ακούσω. Μπαίνει μες στο καφενείο. Τα πόδια μου με οδηγούν προς τη θάλασσα.

  • Που πας;

Μία άλλη κοπέλα ανοιγοκλείνει το στόμα της έτσι πολλές φορές. Λοπύ όρμοφη αικ ατφή. Κατεβαίνω στη θάλασσα. Δεν έχει σχολείο σήμερα για Τρημήδη. Λοπύ όρμοφη κοπελίτσα με ακολουθεί. Άπαξ! Άπαξ! Λαμβάνεις; Τρημήδης σε κίνδυνο! Τραβάει έμενα η θάλασσα. Από τον Άπαξ 3 μου στέλνουν μήνυμα. Τρημήδη! Μην ανησυχείς. Το νερό μας έβρασε. Ο κόσμος  όλος ξεπήδησε μέσα από μια τσαγιέρα.

Διαβάστε το 3ο αλλά και τα υπόλοιπα μέρη της νουβέλας εδώ.

Κείμενο: Θωμάς Βελισσάρης (Lavart)

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr