Στo «protothema» έφτασε ανώνυμα το κείμενο της κατατεθείσας καταγγελίας των τριών ηθοποιών ενώπιον του Πειθαρχικού του ΣΕΗ:
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα και την επιστολή που βρέθηκε στα χέρια της…«Το έτος 2000, σε ηλικία 24 ετών, συνεργάστηκα με τον καταγγελλόμενο στο πλαίσιο της παράστασης “Οι Ηλίθιοι” του συγγραφέως Neil Simon, που ανέβηκε στο Θέατρο Βρετάνια, σε παραγωγή του κ. Κάρολου Παυλάκη. Στην παράσταση συμμετείχαν, πλην εμού και του καταγγελλομένου, οι συνάδελφοι Νίκη Παλληκαράκη, Βίλμα Τσακίρη, Γιώργος Γαλίτης, Βασίλης Ρίσβας, Δημήτρης Καραμπέτσης, Αντώνης Κρόμπας, Ντίνος Καρύδης και άλλοι. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας μας, ο καταγγελλόμενος σταδιακά με απομόνωσε, με διάφορα τεχνάσματα και δικαιολογίες, από τα υπόλοιπα μέλη του θιάσου και φρόντισε, εν αντιθέσει με τις υπόλοιπες γυναίκες συναδέλφους που συμμετείχαν στην παράσταση, να έχω δικό μου προσωπικό καμαρίνι, με την πρόφαση (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων) ότι θα ερμήνευα τον βασικό γυναικείο ρόλο του έργου. Το καμαρίνι αυτό βρισκόταν ακριβώς δίπλα στο δικό του.
Υπό αυτό το καθεστώς τρόμου και βίας έζησα καθ’ όλη τη διάρκεια της θεατρικής σεζόν, δηλαδή για περίπου επτά μήνες, φοβούμενη να μιλήσω στους δικούς μου αλλά και στους φίλους μου, στους οποίους έλεγα μόνο κάποια πράγματα για τις δυσκολίες της συνεργασίας μας με τον καταγγελλόμενο, τα προβλήματα του χαρακτήρα του και την εμμονή του με το πρόσωπό μου, δίχως όμως να μπαίνω σε λεπτομέρειες. Μόνο σε ελάχιστους φίλους μου είχα εκμυστηρευτεί κάποια από τα πιο σοβαρά και τραυματικά περιστατικά. Ξεκίνησα να κάνω συστηματική χρήση αλκοόλ προκειμένου να αντεπεξέλθω σε όσα τραυματικά βίωνα. Ξεκινούσα να πίνω, καθημερινά, λίγες ώρες προτού πάω στο θέατρο, ώστε να μπορώ, όπως εσφαλμένα τότε νόμιζα, να διαχειριστώ με λιγότερο πόνο την κατάσταση που βίωνα.
Η Γιολάντα Μπαλαούρα, ο Ν. Μαντέλα, ο Αστερίξ και ο Ι. Καποδίστριας
Κάποια στιγμή βρήκα το θάρρος να απευθυνθώ στον παραγωγό της παράστασης, κ. Παυλάκη, στον οποίο ζήτησα, ευρισκόμενη σε ιδιαίτερα φορτισμένη ψυχική κατάσταση, να αποχωρήσω από την παράσταση, γιατί δεν άντεχα άλλο. Αυτός δεν φάνηκε να εκπλήσσεται, με άκουσε με προσοχή και μου είπε ότι θα ήταν πολύ δύσκολη μια αντικατάσταση σε εκείνο το χρονικό σημείο και θα δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα στην παράσταση. Και τούτο διότι δεν μπορούσα φυσικά να βγω να πω δημοσίως τον λόγο που θα αποχωρούσα και φοβόμουν ότι θα μου χρεωνόταν, στα μάτια των τρίτων και του κόσμου, το κατέβασμα μιας πετυχημένης παράστασης. Αλλά πάνω απ’ όλα φοβόμουν και πιθανά άλλα αντίποινα που ίσως να είχα εκ μέρους του καταγγελλομένου, τον οποίο κυριολεκτικά έτρεμα. Γι’ αυτό τον λόγο και δεν είπα τίποτα, πράγμα που μετανιώνω, με βάση την εμπειρία ζωής που έχω σήμερα, σε μια άλλη ηλικία και με πολύ περισσότερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις. Ακόμα όμως και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν μίλησα εγκαίρως, λέγοντας όλη την αλήθεια, στους δικούς μου ανθρώπους που θα μπορούσα να με έχουν προστατεύσει. Αν μπορώ έστω και τώρα να δώσω μια εξήγηση, πάνω απ’ όλα στον εαυτό μου, είναι ότι η ντροπή, η ενοχή και ο φόβος που ένιωθα κυριολεκτικά με είχαν παραλύσει».
Ο Παύλος Χαϊκάλης απαντά στις καταγγελίες της Ηλιάνας Αραβή
Πράγματι αρχίσαμε τις πρόβες. Τις πρώτες ημέρες ο καταγγελλόμενος είχε κόσμια συμπεριφορά προς το πρόσωπό μου και σκέφτηκα ανακουφισμένη ότι μετά από τόσον καιρό ίσως να έχει μεταμεληθεί και να έχει αλλάξει. Πολύ σύντομα όμως οι ελπίδες μου διαψεύστηκαν. Δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους, στην αρχή πιο ήπια και στη συνέχεια πιο έντονα και πιεστικά, παρενοχλήσεις, σκηνές ζηλοτυπίας, ξεσπάσματα οργής και ταπεινωτικές προσβολές προς το πρόσωπό μου, χωρίς να του έχω ποτέ δώσει το παραμικρό δικαίωμα! Αυτά τα περιστατικά συνέβαιναν άλλες φορές κατ’ ιδίαν και άλλες φορές ενώπιον όλου του θιάσου, τα μέλη του οποίου δεν γνώριζαν βέβαια την προϊστορία μου με τον καταγγελλόμενο. Κάποια στιγμή όλη αυτή η απαράδεκτη και προσβλητική συμπεριφορά του έφτασε στο αποκορύφωμά της, όταν μια ημέρα, χωρίς κανέναν λόγο, επιτέθηκε λεκτικά και με απίστευτη ένταση, ενώπιον όλου του θιάσου, σε εμένα και στον συνάδελφό μου Λευτέρη Ζαμπετάκη, προφανώς θεωρώντας ότι έχουμε μεταξύ μας κάποιου είδους ερωτική σχέση, πράγμα που δεν ίσχυε καν.
«Το έτος 2005, σε ηλικία 28 ετών, έχοντας μόλις τελειώσει τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης και κάνοντας σιγά-σιγά τα πρώτα μου βήματα στον χώρο της υποκριτικής, πληροφορήθηκα ότι είχε ζητήσει να με γνωρίσει ο Πέτρος Φιλιππίδης για πιθανή συνεργασία. Το γεγονός μού έκανε μεγάλη εντύπωση και με χαροποίησε πάρα πολύ, διότι ήμουν νέα ηθοποιός που έτρεφα μεγάλη καλλιτεχνική εκτίμηση για τον καταγγελλόμενο και σκεφτόμουν ότι μια πιθανή συνεργασία μαζί του θα ήταν κάτι πολύ καλό για την πορεία που είχα ξεκινήσει στον χώρο του θεάτρου. Ο καταγγελλόμενος ζήτησε να τον συναντήσω βράδυ στο Θέατρο Μουσούρη, στο οποίο ήταν θιασάρχης. Οταν έφτασα στο θέατρο, ο καταγγελλόμενος με υποδέχτηκε και μου είπε να περάσω στο καμαρίνι του. Απ’ ό,τι αντιλήφθηκα, δεν υπήρχε κανείς άλλος στο κτίριο, πράγμα που μου έκανε εντύπωση.
Πράγματι μπήκαμε στο καμαρίνι του και εκείνος κλείδωσε την πόρτα, κάτι που με έκανε αμέσως να νιώσω πολύ άβολα. Ξεκίνησε να με ρωτάει διάφορα πράγματα για εμένα και μετά από λίγο, προς μεγάλη μου έκπληξη, διαπίστωσα ότι είχε ανοίξει διάπλατα τα πόδια του, είχε βάλει και τα δυο του χέρια μέσα στο παντελόνι του, ακριβώς στη γενετήσια περιοχή, και κάνοντας παλινδρομικές κινήσεις χάιδευε τα γεννητικά του όργανα. Ημουν εκεί για να συζητήσω το ενδεχόμενο μιας συνεργασίας, όπως μου είχε εξηγήσει ο ίδιος σχετικά με τον λόγο του τηλεφωνήματός του λίγες ημέρες πριν, όμως η όλη ατμόσφαιρα δεν έμοιαζε καθόλου επαγγελματική. Εκείνος προσπαθούσε συνεχώς να στρέψει την κουβέντα σε άσχετα θέματα και εγώ με τη σειρά μου προσπαθούσα να επαναφέρω τη συζήτηση στο θέμα που αφορούσε το ραντεβού μας, λέγοντάς του με έντονο ύφος πως έχω έρθει να μιλήσουμε για δουλειά. Ενιωθα άβολα αλλά αυτό δεν έδειχνε να τον ενδιαφέρει, παρά συνέχισε να έχει τα χέρια του μέσα στο παντελόνι, κάνοντας κινήσεις και τρίβοντας την περιοχή. Τρομοκρατήθηκα και προσπαθούσα να κάνω πως δεν καταλαβαίνω, εστιάζοντας το βλέμμα μου αλλού, με την ελπίδα ότι θα σταματούσε και ότι απλά έκανε μια συνηθισμένη αντρική κίνηση, αλλά δυστυχώς η διάρκεια που κράτησε αυτό που έκανε, καθώς και εκείνο το μειδίαμα που δεν θα ξεχάσω ποτέ, έδειχναν πως, ενώ καταλάβαινε ότι αισθάνομαι άβολα, μάλλον αυτό τον εξίταρε περισσότερο. Δεν ήξερα τι να κάνω και ειλικρινά δεν είμαι σε θέση να θυμηθώ πόση ώρα κράτησε όλο αυτό, μια και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να βρω έναν τρόπο να φύγω στην περίπτωση που τα πράγματα χειροτέρευαν. Τελικά, κατάφερα και προφασίστηκα μια δικαιολογία ότι “το αγόρι μου είναι πάνω και με περιμένει” και ζήτησα να φύγω από το καμαρίνι του και από το θέατρο, ευτυχώς χωρίς αυτός να αντιδράσει. Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερή, διότι έχοντας ακούσει τις ιστορίες που βίωσαν οι άλλες κοπέλες και συνάδελφοί μας νιώθω ότι εγώ ήμουν αυτή που υπέφερε τα λιγότερα. Αυτό όμως δεν μειώνει ούτε στο ελάχιστο το αίσθημα φόβου, ταραχής και ντροπής που ένιωσα από την εμπειρία μου αυτή με έναν άνθρωπο που τον είχα τόσο ψηλά στο μυαλό μου. Εκτοτε δεν είχα καμία άλλη επαφή μαζί του. Το 2010 τον συνάντησα τυχαία στη Θεσσαλονίκη, όπου βρισκόμουν σε περιοδεία εκείνη την εποχή, και μου τηλεφώνησε κάποιες φορές για να βρεθούμε από κοντά αλλά το απέφυγα. Αργότερα το ίδιο έτος, μου τηλεφώνησε για να συμμετάσχω στην παράσταση “Μαύρη Κωμωδία” την οποία θα σκηνοθετούσε στο Θέατρο Μουσούρη. Λόγω της πολύ σύντομης αλλά χαρακτηριστικής αυτής εμπειρίας που είχα μαζί του πέντε χρόνια πριν, εννοείται πως είχα μεγάλες επιφυλάξεις εάν πρέπει να δεχτώ την πρότασή του. Τηλεφώνησα τότε σε μια πολύ καλή μου φίλη και συνάδελφο, που γνώριζα πως έχει στενή οικογενειακή σχέση με τον καταγγελλόμενο, και της εξέφρασα τον προβληματισμό μου. Εκείνη με καθησύχασε πως όλα θα πάνε καλά και δεν έχω να φοβάμαι τίποτα, μια που ο καταγγελλόμενος γνώριζε τη στενή φιλική μας σχέση και θα είχε σίγουρα καλή συμπεριφορά απέναντί μου. Πήρα έτσι την απόφαση να συμμετάσχω στην παράσταση. Εξάλλου ήταν ένα έργο στο οποίο συμμετείχε πολυμελής θίασος και οι πρόβες θα ήταν ομαδικές.Ενώ τα πράγματα στην αρχή κύλησαν πολύ ομαλά, σταδιακά άρχισα να βιώνω και εγώ παράξενες και οριακές συμπεριφορές εκ μέρους του καταγγελλομένου, όπως απότομα ξεσπάσματα οργής, λεκτικές προσβολές και άλλα, τα οποία δεν μπορούσα να εξηγήσω με κανέναν λογικό τρόπο, γιατί δεν του είχα δώσει κανένα απολύτως δικαίωμα για κάτι τέτοιο. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο καταγγελλόμενος επιδεικτικά έβαζε τα χέρια του μέσα στο παντελόνι του και στη συνέχεια ερχόταν και με ακουμπούσε στο πρόσωπο και στο σώμα μου, για να με τοποθετήσει σε ένα σημείο της σκηνής και να μου δώσει σκηνικές κατευθύνσεις, προσβάλλοντας έτσι την προσωπικότητά μου και προκαλώντας μου ανυπόφορη αηδία. Εγώ προσπαθούσα να το αποφύγω όλο αυτό όσο μπορούσα και πράγματι πολλές φορές τα κατάφερνα, περιμένοντας στωικά να ολοκληρωθούν επιτέλους οι πρόβες και να αρχίσουν οι παραστάσεις, οπότε και θα τελείωνε όλη αυτή η εξαιρετικά δυσάρεστη για εμένα κατάσταση».
Πηγή πληροφοριών Πηγή φωτογραφιώνΜε ποιόν και γιατί;
Έλληνες καλλιτέχνες απαντούν στο νέο ερωτηματολόγιο της Lavart με αφορμή την καραντίνα και την Covid 19!