Υπάρχουν ποιητές που ψιθυρίζουν και υπάρχουν ποιητές που καίνε. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ήταν αναμφισβήτητα ένας από τους δεύτερους.
Το να διαβάζεις Ντίνο Χριστιανόπουλο είναι σαν να ακούς τον απόηχο ενός ανθρώπου που αρνήθηκε να υποκύψει, ο οποίος με κάθε στίχο πάλευε με την μοναξιά, την επιθυμία και την ωμή σκληρότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Δεν αναζητούσε παρηγοριά στην ποίηση, αντίθετα άφηνε την ποίηση να είναι ένα μάχης όπου η αλήθεια, άφηνε την ποίηση να είναι ένα πεδίο μάχης όπου η αλήθεια αιμορραγούσε αδιαμαρτύρητα.
Έγραψε για τους παρεξηγημένους, τους περιθωριοποιημένους, αυτούς που ήξεραν ότι η τρυφερότητα συχνά διαλύεται μπροστά στον χρόνο και τη προδοσία. Η ποίησή του μιλάει για τους σιωπηλούς φόβους που κρατάμε κρυμμένους, τη λαχτάρα που δεν τολμάμε να ομολογήσουμε και τη σκληρή αλήθεια ότι αυτοί που μας πλήγωσαν παραμένουν μαζί μας πολύ περισσότερο από εκείνους που μας αγάπησαν. Αυτοί που μας βασάνισαν βαραίνουν τη μνήμη μας από εκείνους που μας χαμογέλασαν, αυτό είναι μια παρατήρηση, μια οικουμενική πληγή που ο Χριστιανόπουλος εξέθεσε χωρίς δισταγμό.
Το να διαβάζεις Χριστιανόπουλο σημαίνει να έρχεσαι αντιμέτωπος με τον εαυτό σου. Και αυτό, ίσως είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα απ’ όλα.
(Διαβάστε τα ποιήματά του παρακάτω)
Πώς ερωτεύονται οι νέοι σήμερα; «παράξενα παιδιά προτιμούν να καυλώνουν εξ αποστάσεως παρά…»
Ἐπικίνδυνη Μοναξιά
Ὅταν τὶς νύχτες τριγυρνῶ στὴ μοναξιά μου,
ψάχνω μέσ᾿ σὲ χιλιάδες πρόσωπα νὰ βρῶ
ἐκεῖνο τὸ τρεμούλιασμα στὴν ἄκρη τοῦ ματιοῦ σου.
Ἂν ἔστω κι ἕνας μόνο ἀπηχοῦσε
κάτι ἀπ᾿ τὴ δική σου ὀμορφιά,
θὰ τοῦ ῾λεγα: -«Λοιπόν, τί περιμένεις;
μὲ τὰ καρφιὰ τῶν παπουτσιῶν σου κάρφωσέ με».
καὶ δὲ θὰ καρτεροῦσα πιὰ γλυκὸ φιλὶ
οὔτε μία τρυφερὴ περίπτυξη.
Ἀναστολή
Ὅ,τι ὀνειρεύτηκα τόσα καὶ τόσα βράδια,
ὅ,τι πεθύμησα μὲ τόση ἀλλοφροσύνη,
ὅ,τι σχεδίασα μὲ τόσο πυρετό,
μόλις σὲ δῶ, γλυκιά μου ἐξουθένωση,
στὰ μάτια καὶ τὰ χείλη τὸ ἀναστέλλω,
γιὰ μία στιγμὴ πιὸ ἀπελπισμένη τὸ ἀναβάλλω,
γιατί μονάχα ὅταν τὰ χέρια μου σὲ χάνουν,
ἡ πονεμένη φαντασία μου σὲ κερδίζει.
Ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς παίδεψαν
Ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς παίδεψαν βαραίνουν μέσα μας πιὸ πολύ,
ὅμως ἡ δική σου τρυφερότητα πόσο καιρὸ ἀκόμα θὰ βαστάξει;
Ὅ,τι μᾶς γλύκανε, τὸ ξέπλυνε ὁ χρόνος κι ἡ συναλλαγή,
ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς χαμογέλασαν βουλιάξαν σὲ βαθιὰ πηγάδια
καὶ μείναν μόνο κεῖνοι ποὺ μᾶς πλήγωσαν,
ἐκεῖνοι ποὺ ἀρνήθηκαν νὰ τοὺς ὑποταχτοῦμε.
Ἐκεῖνοι ποὺ μᾶς παίδεψαν βαραίνουν πιὸ πολύ…
Η κακιά στιγμή
«Τα μάθατε; Ο τάδε το και το».
Έτσι μια μέρα θα ’ρθει κι η σειρά μας∙
μια αστοχία, μια κακιά στιγμή,
και κουρελιάζεσαι για όλη τη ζωή σου.
Θεέ μου, φύλαγε απ’ την κακιά στιγμή,
κάνε ν’ αργήσει η αναπόφευκτη στιγμή,
που η νέμεση χαρίζεται στους κουτσομπόληδες
και κάνουν γλέντι την καταστροφή μας.
Τὸ Δάσος
Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,
βλασταίνουν φύλλα καὶ κλαδιὰ
κι ἔρχονται τὰ πουλιὰ τοῦ ἔρωτα καὶ κελαηδοῦνε.
Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,
οἱ σπόροι τους φυτρώνουν δάσος σκοτεινό,
στὶς λόχμες του ὁ φόβος ἐνεδρεύει.
Ζῷα μικρὰ καὶ ζῷα ἄγρια τὸ κατοικοῦν,
ὄχεντρες ἕρπουν καὶ ρημάζουν τὶς φωλιές μας,
λιοντάρια ἑτοιμάζονται νὰ μᾶς ξεσκίσουν.
Δὲν ξεριζώνονται οἱ νύχτες ἀπὸ μέσα μας,
ἔγιναν δάσος σκοτεινὸ καὶ μᾶς πλακώνουν.
Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας
Τί νὰ τὰ κάνω τὰ τραγούδια σας
ποτὲ δὲ λένε τὴν ἀλήθεια
ὁ κόσμος ὑποφέρει καὶ πονᾷ
κι ἐσεῖς τὰ ἴδια παραμύθια
Τί νὰ τὰ κάνω τὰ τραγούδια σας
εἶναι πολὺ ζαχαρωμένα
ταιριάζουν σὲ σοκολατόπαιδα
μὰ δὲ ταιριάζουνε γιὰ μένα.
Απολογισμός της μοναξιάς
Σπασμένες μέσα μου εἰκόνες ἀνταπόκρισης,
ρήμαγμα μέσα σὲ ξένες ἀγκαλιές,
ἀπελπισμένο κρέμασμα ἀπὸ λαγόνια ξένα.
Πέσιμο ἐκεῖ ποὺ μοναχὰ ἡ μοναξιὰ ὁδηγεῖ:
νὰ ὑποτάξω ἀκόμη καὶ τὸ πνεῦμα μου,
νὰ τὸ προσφέρω σὰν τὴν ἔσχατη ὑποταγή.
Βρόχος
Τώρα ποὺ σ᾿ ἔχω διαγράψει ἀπ᾿ τὴν καρδιά μου,
ξαναγυρνᾷς ὅλο καὶ πιὸ πολὺ ἐπίμονα,
ὅλο καὶ πιὸ πολὺ τυραννικά.
Δὲν ἔχουν ἔλεος τὰ μάτια σου γιὰ μένα,
δὲν ἔχουν τρυφερότητα τὰ λόγια σου,
τὰ δάχτυλά σου ἔγιναν τώρα πιὸ σκληρά,
ἔγιναν πιὸ κατάλληλα γιὰ τὸ λαιμό μου.
Έρωτας
Νὰ σοῦ γλείψω τὰ χέρια, νὰ σοῦ γλείψω τὰ πόδια –
ἡ ἀγάπη κερδίζεται μὲ τὴν ὑποταγή.
Δὲν ξέρω πῶς ἀντιλαμβάνεσαι ἐσὺ τὸν ἔρωτα.
Δὲν εἶναι μόνο μούσκεμα χειλιῶν,
φυτέματα ἀγκαλιασμάτων στὶς μασχάλες,
συσκότιση παραπόνου,
παρηγοριὰ σπασμῶν.
Εἶναι προπάντων ἐπαλήθευση τῆς μοναξιᾶς μας,
ὅταν ἐπιχειροῦμε νὰ κουρνιάσουμε σὲ δυσκολοκατάχτητο κορμί.
Με κατάνυξη
Ἔλα νὰ ἀνταλλάξουμε κορμὶ καὶ μοναξιά.
Νὰ σοῦ δώσω ἀπόγνωση, νὰ μὴν εἶσαι ζῷο,
νὰ μοῦ δώσεις δύναμη, νὰ μὴν εἶμαι ράκος.
Νὰ σοῦ δώσω συντριβή, νὰ μὴν εἶσαι μοῦτρο,
νὰ μοῦ δώσεις χόβολη, νὰ μὴν ξεπαγιάσω.
Κι ὕστερα νὰ πέσω μὲ κατάνυξη στὰ πόδια σου,
γιὰ νὰ μάθεις πιὰ νὰ μὴν κλωτσᾶς.
Διαβάστε περισσότερες αναλύσεις για τον κόσμο μας:
- Βίλχελμ Ράϊχ: «Η σεξουαλική καταπίεση της κοινωνίας αποτελεί ένα αντιδραστικό θέμα που έχει μεγάλη σημασία»
- 33 αποφθέγματα του Ισαάκ Ασίμωφ: «Η μέρα που σταματάς να μαθαίνεις, είναι η μέρα που αρχίζεις να φθείρεσαι»
- Μαρσέλ Προυστ: «Οι άνθρωποι που δεν είναι ερωτευμένοι αδυνατούν να…»
- Τι θα έλεγε για τη ζωή σου ο Κάφκα σήμερα; «Θεέ μου τι εξαντλητικό επάγγελμα που…»
- Χόρχε Μπουκάι: «Πολλοί άνθρωποι ψάχνουν ένα σύντροφο ως μέσο για να …»
- Όταν ο Νίτσε μίλησε για την αγάπη και τη φιλία κατάφερε τη γέννηση μιας νέας κατεύθυνσης
Το νόημα για τον Νίτσε: «Μου αρέσουν εκείνοι που δεν ξέρουν να ζουν παρά μόνο για να χαθούν»