Όταν ο Αλμπέρ Καμύ γνώρισε τη νεαρή Ισπανίδα ηθοποιό Μαρία Καζαρές στο Παρίσι του 1944, κουβαλούσε ήδη μέσα του το βάρος μιας κατοχής, μιας φυματίωσης και μιας φιλοσοφίας που όριζε τον κόσμο ως παράλογο εκείνο το απόγευμα, όμως, ένιωσε να διαρρηγνύεται το εσωτερικό του σκοτάδι.
Στις επιστολές που ακολούθησαν, άλλοτε λαχανιασμένες, γραμμένες στα παρασκήνια του θεάτρου, άλλοτε ήρεμες σαν αναπνοή της αυγής στην Προβηγκία, ο Καμύ αφήνεται σε μια γλώσσα εντελώς διαφορετική από την πυκνή, στοχαστική πρόζα του. Δεν επιχειρεί να εξηγήσει τον έρωτα τον βιώνει. Κι έτσι ο αναγνώστης βλέπει τον στοχαστή του «Μύθου του Σισύφου» να γλιστρά, να παραδίνεται, να αποδέχεται πως η ευτυχία δε θα μετρηθεί ποτέ.
Στις γραμμές προς τη Μαρία, ο Καμύ δεν κρύβεται πίσω από το πονηρό βλέμμα του ειρωνικού παρατηρητή. Της μιλάει για το κορμί που τρέμει πριν βγει στη σκηνή για τη φλόγα που του καίει τα χέρια όταν θυμάται το σχήμα των ώμων της για το παράξενο θαύμα του να γελάς, ενώ γύρω σου ο κόσμος ακόμη μυρίζει στάχτη πολέμου. Εδώ ο φιλόσοφος της «εξέγερσης» μοιάζει να παραδέχεται πως ο τρόπος να αντιταχθείς στο παράλογο δεν είναι μόνο η διαύγεια του νου αλλά και η τόλμη να πεις: σε λαχταρώ.
(Διαβάστε αποσπάσματα των αποστολών τους παρακάτω)
Άλμπερ Καμύ: «Ανάμεσα στη δικαιοσύνη σας και τη μάνα μου, προτιμώ ….»
Και η Μαρία; Οι απαντήσεις της εξίσου φλογερές, γεμάτες παιγνιώδη αυθάδεια, προσφέρουν στον Καμύ τον καθρέφτη που χρειάζεται. Εκείνος τής εξομολογείται ότι η αρρώστια του καμιά φορά τον καθηλώνει. Εκείνη του γράφει: «Θα γράφεις στο κρεβάτι σου κι εγώ θα σου φέρνω τη θάλασσα στα πόδια». Ο έρωτάς τους έτσι γίνεται μια μικρή επανάσταση εναντίον της φθοράς: δυο άνθρωποι αρνούνται να βλέπουν μόνο τη ρωγμή, κοιτούν μέσα της και ανακαλύπτουν φως.
Αυτός ο έρωτας δεν είχε την άνεση της καθημερινής οικειότητας. Ο Καμύ ήταν ήδη παντρεμένος, η Μαρία διεκδικούσε τη σκηνή και τον κόσμο, ανάμεσά τους ρίζωναν αναβολές, απουσίες, ταξίδια. Γι’ αυτό οι επιστολές τους μεθούν από λαχτάρα γυρισμού. «Μέχρι να ξαναβρεθούμε, ζήσε» της γράφει εκείνος «για να μπορώ να ζήσω κι εγώ». Στις στιγμές που η παρουσία γίνεται αδύνατη, η γραφή αναλαμβάνει να διατηρήσει τη θερμοκρασία του πόθου. Και κάθε φορά που συναντιούνται, οφείλουν να ξαναχτίσουν από την αρχή τη γέφυρα, έτσι η σχέση μένει ζωντανή, ποτέ στάσιμη.
Όταν στο τέλος ο Καμύ σκοτώθηκε στο τροχαίο του 1960, βρέθηκε στην τσέπη του ένα αδιόρατο σημείωμα με το τηλέφωνο της Μαρίας. Δεν επιβεβαιώνει απλώς την τελευταία του σκέψη, υπογραμμίζει ότι ο έρωτας, ακόμη και δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη σπίθα, παρέμενε για τον συγγραφέα η πιο ακέραιη απάντηση στο σκοτάδι. Δεν είναι ρομαντική υπερβολή: ο άνθρωπος που διακήρυξε ότι «το να ζεις σημαίνει να γεννάς νόημα» δείχνει με τη ζωή του πως το νόημα συχνά γεννιέται ανάμεσα σε δυο πρόσωπα, σ’ έναν διάλογο που δεν τελειώνει ποτέ.
Έτσι, διαβάζοντας σήμερα τις επιστολές τους, δοκιμάζουμε κάτι σπάνιο: η φιλοσοφία συναντά τον σφυγμό, το στοχαστικό βάρος συναντά το ελαφροπάτημα του πάθους. Και, χωρίς να το καταλάβουμε, γινόμαστε συμμέτοχοι μιας ιστορίας που μας υπενθυμίζει πως ο έρωτας, όταν δεν φοβάται την τρωτότητα και δεν μετράει την απόσταση, είναι ίσως η πιο πειστική απόδειξη ότι ο κόσμος, παράλογος ή όχι, αξίζει να βιωθεί μέχρι τέλους, με όλα τα φώτα του αναμμένα.
Ο Καμύ της γράφει: «Ήρθες, τυχαία, στη ζωή μου, για την οποία δεν ήμουν περήφανoς και από εκείνη τη μέρα κάτι άρχισε να αλλάζει. Μαζί σου , ανέπνεα καλύτερα, μισούσα τα πράγματα λιγότερο. Θαύμαζα πιο ελεύθερα αυτό που αξίζει θαυμασμό.
Σε περιμένω, όπως εσύ περιμένεις εμένα. Μη κλειστείς αν δεν αναγκάζεσαι. Ζήσε, λάμψε, αναζήτησε ό,τι είναι όμορφο, διάβασε ό,τι σου αρέσει και, όταν έρθει η παύση, γύρνα προς εμένα, που θα είμαι πάντα στραμμένος σε εσένα.»
Αντίστοιχα η Maria Casares του απαντά σε μια από τις πολλές επιστολές της: «Κανείς δεν θα μπορούσε να πει ότι σπαταλάς την ιδιοφυΐα σου γράφοντας μου ερωτικά γράμματα. Ναι καταλαβαίνω! Μετά από δώδεκα χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων έχουμε συχνά περιοριστεί σε επιστολές, κουράζεσαι να βρίσκεις νέους τρόπους για να μου πεις ότι με αγαπάς. Ακόμα, τουλάχιστον μπορείς να μου στείλεις μερικές γραμμές για να με ενημερώσετε για την υγεία και τη διάθεσή σου.»
Διαβάστε κι άλλα άρθρα που αγαπήσαν οι αναγνώστες μας:
- «Κάνουμε παιδιά για να….» – Οι φιλόσοφοι απαντούν με αφοπλιστική ειλικρίνεια
- Γιωσαφάτ: «Καλή μητέρα είναι αυτή που έχει …» – Μια φράση που σηκώνει συζήτηση
- Έρμαν Έσσε: «Για να βρεις τον εαυτό σου, χρειάζονται 3 πράξεις…»
- Πόση φτώχεια αντέχει ένας λαός πριν ξεσπάσει; Ο Στάινμπεκ είχε ήδη απαντήσει
- Η φράση του Τόλκιν που (εάν τη διαβάσεις) θα σε συνοδεύει για μια ολόκληρη ζωή
- Θεοδωρόπουλος: «Κάθε έθνος έχει τον δικό του Ναρκισσισμό. Εμείς οι Έλληνες τι έχουμε;»
- 30 σπουδαίες συμβουλές του Πλάτωνα: «Αφήστε τους γονείς να κληροδοτήσουν στα παιδιά τους…»
- Η διαδρομή της αυτοεκτίμησης από τον Μπουκάι: «Για να μάθω να εκτιμώ τον εαυτό μου δε φτάνει μόνο να…»
- Όσκαρ Ουάιλντ: «Ο δεσμός κάθε συντροφικότητας, είτε στο γάμο είτε στη φιλία, είναι …»
- «Η μητέρα που προσπαθεί να ελέγξει κάθε πτυχή της ζωής της κόρης της παίρνει…» – Το βιβλίο που μίλησε σε χιλιάδες γυναίκες
- Σταμάτα να φοβάσαι τα γηρατειά – O Σοπενχάουερ θα σου αλλάξει γνώμη
- Winnicott: «Αν οι μητέρες καλούνται να κάνουν αυτό ή εκείνο χάνουν την …»
- Το «Κρυφό Σχολειό» είναι μύθος και αυτά είναι τα 10 πραγματικά σχολεία που «έσωσαν» τα γράμματα
- Ο Καρλ Γιούνγκ είχε προειδοποιήσει πως θα ‘ρθει μια εποχή που οι γονείς θα μεγαλώνουν παιδιά για να …