Μη μεγαλώνεις παιδιά που σιωπούν. Μεγάλωσε παιδιά που…Τι μας είχε πει ο Χατζιδάκις;

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εύχονται να είναι υπάκουα τα παιδιά τους σαν να πρόκειται για κατοικίδια. Ο Μάνος Χατζιδάκις με τη γνωστή ευαισθησία και τη ριζική του ηθική στάση απέναντι στα κοινωνικά φαινόμενα μάς θυμίζει κάτι πολύ πιο ουσιώδες.

Μας θυμίζει ότι το παιδί που εξεγείρεται, που φωνάζει, που βγαίνει στον δρόμο για να διαμαρτυρηθεί, είναι το παιδί που έχει ακόμη ψυχή άφθαρτη,. που δεν έμαθε να σκύβει το κεφάλι.

Σ’ ενα δείπνο του 1990, μετά την αθώωση του αστυνομικού που πυροβόλησε τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτεζά, ο Χατζιδάκις δεν κράτησε καλές κοινωνικές σχέσεις. Είδε την αλήθεια γυμνή και την υπερασπίστηκε και με τον μοναδικό του τρόπο, μίλησε υπέρ του παιδιού που φώναξε, που πέταξε, που αντέδρασε και κυρίως που δεν σιώπησε και στήριξε την ιδέα του: Μη μεγαλώνεις παιδιά που σιωπούν. Μεγάλωσε παιδιά που βγαίνουν στους δρόμους.
(Διαβάστε τα λόγια του Χατζιδάκι παρακάτω)

Ρουσσώ για τα παιδιά: «Όσο λιγότερο τα διατάζεις, τόσο…»

«Οταν έχω να κρίνω ανάμεσα σ’ ένα παιδί 15 χρονών που πετάει μολότωφ κι έναν τριαντάρη εκπαιδευμένο αστυνομικό που κρατάει πιστόλι, εγώ είμαι με το μέρος του παιδιού και όχι του αστυνομικού. Εκτιμώ βαθύτατα ένα παιδί που εξεγείρεται και βγαίνει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί, έστω κι αν υπερβάλλει, έστω και αν κρατάει μολότοφ.

Και δεν εκτιμώ καθόλου έναν αστυνομικό που το πυροβολεί. Ό,τι και αν έχει γίνει, όπως και αν έχουν τα πράγματα, θεωρώ τραγικό λάθος την αθώωση του αστυνομικού. Και πολύ κακό μήνυμα που στέλνουμε στα νέα αυτά παιδιά, το υγιέστερο κομμάτι της κοινωνίας μας, που δεν έχει διαφθαρεί, όπως εμείς.»

Διαβάζουμε τον Μάνο Χατζιδάκι και «ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ» από εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ:

Ο εχθρός γεννιέται, δεν γίνεται. Μας παρακολουθεί άπ’ το σχολείο, σαν ήμασταν παιδιά, κι επιζητεί τον εξαφανισμό μας.

Θα σας θυμίσω μια συνομιλία τότε, μέσα στη τάξη του σχολείου. Με πλησιάζει ένας ψηλός συμμαθητής, μ’ ένα δυσάρεστο έκζεμα στο δέρμα του προσώπου του, στραβή τη μύτη και ξεθωριασμένα τα μαλλιά του, ακατάστατα. Ήταν η πρώτη μέρα της σχολικής χρονιάς.

-Πώς λέγεσαι, ρωτάει, ενώ πλάι του είχαν σταθεί αμίλητοι δυο άλλοι, δικοί του φίλοι.

-Βασίλης, του απαντώ.

-Και που μένεις, εκείνος εξακολουθεί.

-Πάνω στο λόφο, του λέω και τον κοιτώ στα μάτια. Εκείνος χαμογέλασε κι άφησε να φανούν τα χαλασμένα δόντια του. Μου λέει:

-Εγώ μένω στην απέναντι όχθη. Είσαι λοιπόν εχθρός.

Και μου δίνει μια στο κεφάλι με το χέρι του, που με πονάει ακόμα τώρα σαν το θυμηθώ.

Τον κοιτάζω έτοιμος να κλάψω. Μα συγκρατιέμαι. Αυτός σκάει στα γέλια και χάνεται.

Προς το παρόν. Γιατί θα τον ξαναδώ: Εισπράκτορα, εκπαιδευτή στο στρατό, τηλεγραφητή, κλητήρα στο υπουργείο, αστυνόμο, μουσικό στην ορχήστρα, παπά στην ενορία, συγκάτοικο στην πολυκατοικία, γιατρό σε κρατικό νοσοκομείο και τέλος νεκροθάφτη, όταν πετύχει να με θάψει.

Διαβάστε περισσότερους λογοτεχνικούς θησαυρούς παρακάτω:

Φωτογραφία εξωφύλλου

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr