Όταν η λογοτεχνία συναντά τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, γεννιούνται έργα σαν το 100 χρόνια χρόνια μοναξιάς» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, όπου ο χρόνος δε μετράει απλώς τα έτη, αλλά αποκαλύπτει τις βαθύτερες συναισθηματικές διαστάσεις της ανθρώπινης ζωής.
Σ’ αυτό το αριστούργημα, η μοναξιά δεν είναι απλώς η απουσία άλλων αλλά η παρουσία ενός διαρκούς, ανελέητου συντρόφου που διαβρώνει τα πάντα, τις ελπίδες, τα όνειρα και τις ανθρώπινες σχέσεις.
Οι ήρωες του Μάρκες, βυθισμένοι σε αυτό το παράδοξο τοπίο, αναζητούν το νόημα μέσα από την απελπισία και την ομορφιά της ύπαρξης, βρίσκοντας τελικά την σωτηρία τους μέσα στη νοσταλγία και την αγάπη που απορρέει από τον ίδιο τον πόνο τους.
(Διαβάστε το λογοτεχνικό απόσπασμα παρακάτω)
Το βιβλίο που άλλαξε τη ζωή του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (αξίζει να το διαβάσεις)
Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες «100 χρόνια μοναξιάς».
Ο άνθρωπος μια μέρα των ημερών, πρέπει να μάθει να χτίζει όνειρα, εκεί που οι ελπίδες τελειώνουν.
Τα πράγματα έχουν τη δική τους ζωή, φτάνει μόνο να ξυπνήσεις την ψυχή τους.
Αισθάνθηκε ξεχασμένος, όχι με την επανορθώσιμη λησμονιά της καρδιάς, αλλά με την σκληρή και αμετάκλητη λησμονιά του θανάτου.
Είχε πάει στον άλλο κόσμο, αλλά γύρισε γιατί δεν άντεξε την μοναξιά.
Έφτασε να υποκρίνεται με τόση αληθοφάνεια, ώστε κατέληξε να παρηγορείται με τα ίδια της τα ψέματα.
Στην πραγματικότητα δεν τον ενδιέφερε ο θάνατος, μόνο η ζωή, και γι’ αυτό το συναίσθημα που αισθάνθηκε , όταν απήγγειλαν την καταδίκη ( σε θάνατο), δεν ήταν φόβος αλλά νοσταλγία.
Το μυστικό για τα καλά γηρατειά δεν ήταν τίποτε άλλο από μια τίμια συμφωνία με τη μοναξιά.
Δεν πεθαίνει κανείς όταν πρέπει, αλλά όταν μπορεί.
Ο άλλος πόλεμος, ο αιματοκυλισμένος είκοσι χρόνια, δεν τους είχε στοιχίσει τόσο όσο ο διαβρωτικός πόλεμος των αιώνιων αναβολών.
Ο κόσμος θα’ χει γα..θεί πέρα για πέρα τη μέρα που οι άνθρωποι θα ταξιδεύουν στην πρώτη θέση και η λογοτεχνία στο βαγόνι με τα εμπορεύματα.
Είχε φύγει μακριά της, προσπαθώντας να τη βγάλει από το μυαλό του, όχι μόνο με την απόσταση, αλλά και με μια απερίσκεπτη ορμή, που οι σύντροφοι του έπαιρναν για τόλμη.
Αλλά όσο περισσότερο βούταγε την εικόνα της στη λάσπη του πολέμου τόσο περισσότερο ο πόλεμος έμοιαζε με την Αμαράντα. Έτσι, είχε βασανιστεί στην εξορία, ψάχνοντας να βρεί τρόπο να τη σκοτώσει με τον ίδιο το θάνατο του.
Έσκαψε τόσο βαθιά στα αισθήματα του και αναζητώντας το συμφέρον, συνάντησε τον έρωτα, γιατί προσπαθώντας να την κάνει να τον αγαπήσει, κατέληξε να την αγαπήσει αυτός.
Μετά από τόσα χρόνια θάνατο, ήταν τόση η λαχτάρα για τους ζωντανούς, τόσο πιεστική η ανάγκη για συντροφιά, τόσο τρομακτική η προσέγγιση σ’ εκείνον τον άλλο θάνατο που υπάρχει μέσα στο θάνατο, που ο Προυδένσιο Αγκιλάρ είχε φτάσει ν’ αγαπήσει το χειρότερο εχθρό του.
Διαβάστε κι άλλα άρθρα που αγαπήσαν οι αναγνώστες μας:
- Δε χρειάζονται τέλειοι γονείς, χρειάζονται … – Ο Ματθαίος Γιωσαφάτ και το έλλειμμα συναισθηματικής παρουσίας
- Νίκος Καζαντζάκης: Θα ‘ρθει η στιγμή που ο φόβος θα…
- Όταν μιλούν άσχημα για σένα, ο Πλάτωνας σου δίνει αυτή την απάντηση
- Το πιο σημαντικό βιβλίο του Φρόυντ σε 19 φράσεις: «Οι άνδρες δεν είναι ευγενικά πλάσματα που θέλουν να…»
- Τι σημαίνει η λέξη «τζιβαέρι»; – Η πιο τρυφερή λέξη που δε λέμε πια
- Κάφκα: «Αν βρεις κάποιον που σε κάνει να χαμογελάς μην…»
- Έρμαν Έσσε: «Τα γηρατειά υποτιμούνται μόνο όταν θέλουν να …»