Σ’ αυτό το συγκλονιστικό και βαθιά συναισθηματικό ποίημα, η Βικτώρια Θεοδώρου αναστοχάζεται την τεράστια αγάπη και θυσία μητέρας, αποτυπώνοντας όχι μόνο τον πόνο της απώλειας αλλά και την αιώνια παρουσία της επιρροής μιας μητέρας στη ζωή των παιδιών της.
Μέσα από ζωντανές εικόνες, η Θεοδώρου εξερευνά τους αγώνες και την ανθεκτικότητα μιας μητέρας που υπομένει τις κακουχίες, τον πόνο και τις θυσίες για την ευημερία των παιδιών της. Το ποίημα αγγίζει τα θέματα της μνήμης, της οικογένειας και του άρρηκτου δεσμού μεταξύ της μητέρας και παιδιού.
Η κληρονομιά της μητέρας είναι χαραγμένη στην καρδιά της ποιήτριας, το πνεύμα της συνεχίζει να καθοδηγεί και να θρέφει ακόμη και μετά τον θάνατό της. Μέσα από αυτή την ελεγεία, γινόμαστε μάρτυρες όχι μόνο μιας προσωπικής απώλειας αλλά και μιας οικουμενικής αλήθειας: η αγάπη μιας μητέρας, όταν δοθεί, δεν μπορεί ποτέ να σβήσει πραγματικά.
Θα συγκινηθείτε, ίσως και να κλάψετε, καθώς οι εικόνες του ποιήματος φτάνουν σε μια λογοτεχνική κορωνίδα.
(Διαβάστε το ποίημα παρακάτω)
Ποιήματα για αυτούς που χάσαμε, για αυτούς που θα θέλαμε να ‘χουμε μαζί μας λίγο ακόμη
Τραγούδια λυπητερά για τη μάνα μου!
Ήσουν μικρή δεμένη σαν το πετραμύγδαλο
χώραγες και στον ίσκιο του βασιλικού
βουνά κινούσες και ποτάμια διάβαινες για να ‘ρθεις
και να μου φέρεις ένα χάδι, ένα γαρύφαλο.
Στο ξύλο της τριανταφυλλιάς θα σκαλίσω τα πάθη σου
θα φτιάξω ένα κουτί να βάλω τη βέρα σου
οπού φαγώθηκε στην αλισίβα και στη σκούπα,
κι απαλοφέγγει σαν το τρίμερο φεγγάρι.
Μάνα των παιδιών
μάνα των πουλιώνε
μάνα των λουλουδιώνε
μανούλα μου
μάνα του σχολειού
μάνα της φυλακής
μάνα του πολέμου και του μόχτου
μανούλα μου.
Όρκο βαρύ έκανα κι αγύριστο
την ώρα που σου ρίχνανε το χώμα
να πολεμήσω για να μη μοχτούνε πια
και για να μη στενάζουνε οι μάνες σαν κι εσένα.
Στο σχολειό τα παιδιά θα ρωτήξουνε:
Πού ‘ναι η κυρά-Μαρία να σημάνει το διάλειμμα
πού ‘ν’ η κυρά-Μαρία να μοιράσει το ψωμί ;
Οι γειτόνισσες θα περιμένουν φως στο παραθύρι σου
ύστερα θα ξεχάσουνε,
Όμως για μένα η θύμησή σου θα ‘ναι φλόγ’ απέθαντη
και σάλπιγγα για το χρέος.
Πιάνω νερό να σαπουνίσω σε θυμάμαι
ασπρίζω συγυρίζω το σπίτι μας σε θυμάμαι
πιάνω να μαγειρέψω των παιδιών σε θυμάμαι,
Είσαι μες στα πλυμένα ρούχα που στεγνώνουνε στ’ αγέρι τής θάλασσας
Εσύ μ’ έμαθες να γνοιάζομαι τα μικρά και τ’ αδύναμα
και να ομορφαίνω τη φτώχεια.
Πνοή περνάνε και τ’ άψυχα με τα χέρια σου
τής Πάστρας και της Γαλήνης ανθός η σκούπα σου
σ’ εσένα ερχόνταν τα παιδιά με ματωμένα γόνατα να τα φιλέψεις, να τα πλύνεις.
Στο ξύλο της τριανταφυλλιάς θα σκαλίσω τα πάθη σου
τα κρύα χαράματα που ξεκινούσες για τη δουλειά
τη μοναξιά σου μπρος στο βόγγο του γιαλού
τη μοναξιά σου μπρος στον Πόνο και στο Χάρο.
Και πλάι στα χέρσα και στα πικρά θα σκαλίσω το χαμογέλιο σου
το πιο καλό κ’ ειρηνοφόρο γιατρικό του νου μου.
Άνοιγαν κλείνανε της φυλακής οι πόρτες
άρχιζε τέλειωνε το επισκεφτήριο, εσύ στέκουσουν
πάντα με το χαμόγελο να λαχταρά
να βγω απ’ το παραθύρι.
Όλα τα κάγκελα σε γνώριζαν και τα πεζούλια
όλα τα δέντρα κι όλα τα συρματοπλέγματα,
Ήσουν η πρώτη τα χαράματα, η τελευταία το βράδυ.
Ήσουν η πρώτη ν’ αγαπάς, να γνοιάζεσαι
η τελευταία ν’ απολαβαίνεις.
Ήσουν η γης όπου φυτρώσαμε
η ρίζα που μας βύζαξε και μεγαλώσαμε.
Για σένα θα ‘ναι πάντα η Δόξα κι η τιμή
γιατί μας γλίτωσες από λιμό κι από ντουφέκι.
Ήσουν μικρή μικρή και λεπτοκάμωτη
κι οι πόνοι σου βαριοί, άγριοι άνανδροι.
Ήσουνα για την ομορφιά, για τα παιδιά, για την Ειρήνη
κι έζησες μες στην πικρία
μες στο μόχτο μες στον πόλεμο.
Ό,τι ποθούσες λαχταράω,
αγαπώ ό,τι αγάπησες
ποτίζω το περιβόλι που πότιζες
Έχω τα χέρια σου, την καρδιά σου
δε σ’ έχασα.
Κοιμήθηκες, η γής σ’ αγγαλιάζει
Ζεις μέσα μου καθώς ο σπόρος στο λουλούδι
θα ζεις στο κορμί των παιδιών μου
μες στη χαρά και στην ειρήνη που θα ‘ρθει!
Διαβάστε περισσότερες ερωτικές καταθέσεις από αγαπημένους λογοτέχνες:
- Οδυσσέας Ελύτης: «Όλα τα πήρε το καλοκαίρι με τα μισόλογα τα σβησμένα»
- Τα γράμματα του Ρίλκε που μάς καθοδηγούν διαχρονικά: «Έρωτας δε θα πει ν’ ανοίγεσαι…είναι…»
- 11 σπουδαία αποφθέγματα του Τερζάκη: «Τι σχέση έχει με την αγάπη ο έρωτας; Η αγάπη είναι …»
- Καβάφης: «Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με»
- Τα ερωτικά, τολμηρά και απαγορευμένα ποιήματα του Μπωντλαίρ
- Τι είναι ο έρωτας; 10 ποιήματα προσπαθούν να του δώσουν μορφή
- Η Μαλβίνα Κάραλη σε ένα ερωτικό απόσπασμα: «Ακραία, απόλυτη βία ο έρωτας..»
- Αποφθέγματα των αρχαίων Ελλήνων για τον έρωτα – Τι ήταν ο έρωτας για αυτούς;